Σελίδες

Ο Καλόγερος Σαμουήλ και οι Σουλιώτες του, 12 Δεκεμβρίου 1803: Το Ολοκαύτωμα στο Κούγκι, σύμβολο ανυποχώρητου αγώνα


13/12/2025

Καλόγερος Σαμουήλ: Δεν είναι άξιος ο Βεζύρης να πιάση άνθρωπον, όστις εκτός οπού δε φοβάται, γνωρίζει και άλλον δρόμον: του θανάτου

Γράφει ο Μιχάλης Λουκάς

Την Άνοιξη του 1789 ο Αλή πασάς εκστράτευσε κατά των Σουλιωτών με 10.000 Τουρκαλβανούς. Η εκστρατεία έληξε άδοξα, με αποτέλεσμα τον Ιούλιο ο Αλή πασάς να συνομολογήσει συνθήκη με τους Σουλιώτες. Μετά την λήξη του Ρωσοτουρκικού Πολέμου το 1792, ο Αλή πασάς επιχείρησε δεύτερη εκστρατεία, η οποία επίσης απέτυχε. Από το 1797, τους Ενετούς στα Επτάνησα αντικατέστησαν οι Γάλλοι. Μετά την καταστροφή που υπέστησαν οι τελευταίοι στην «Ναυμαχία του Αμπουκίρ» το 1798, ο Αλή πασάς κατέλαβε το Βουθρωτό, την Ηγουμενίτσα, την Βόνιτσα και την Πρέβεζα («Χαλασμός της Πρέβεζας»), ενισχύοντας όχι μόνο την θέση του αλλά και εξασφαλίζοντας τον έλεγχο των Σουλιωτών, ο αποκλεισμός των οποίων έγινε πιο στενός.

       Τέσσερα χρόνια διήρκησε ο αγώνας μεταξύ Αλή πασά και Σουλιωτών.  Οι Σουλιώτες κέρδιζαν όλες τις αποφασιστικές μάχες, αλλά ο Αλή πασάς έκτιζε κάστρα στα γειτονικά χωριά για μακροχρόνια πολιορκία. Από τις αρχές του Σεπτεμβρίου 1803, οι Σουλιώτες βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση. Ο Αλή πασάς με την βοήθεια του Πήλιου Γούση κατέλαβε την στρατηγική θέση του χωριού Αβαρίκο (ένα από τα 4 χωριά του Σουλίου το οποίο και κατέστρεψε), κυκλώνοντας τους Σουλιώτες. Πολλοί κατέφυγαν στο οχυρωμένο από τον Σαμουήλ «Κούγκι», όπου από τις αρχές της πολιορκίας βρισκόταν 300 οικογένειες, ενώ άλλοι κατέφυγαν στον λόφο φυσικό-οχυρό της «Μπίρας». Το «Κούγκι», ένας ιστορικός οχυρός πύργος στην περιοχή του Σουλίου, βρίσκεται στην απόκρημνη κορυφή ενός απότομου βράχου. Στον Πύργο υπάρχει και μια μικρή εκκλησία αφιερωμένη στην Αγία Παρασκευή. 

       Η άμυνα των Σουλιωτών ήταν γενναία, αλλά ισχυρή και συνεχής η πίεση των δυνάμεων του Αλή πασά. Εξαντλημένοι από τις κακουχίες, την πείνα και τις ασθένειες, πολλοί Σουλιώτες επιχείρησαν ηρωική έξοδο με το γιαταγάνι στο χέρι, επιτυγχάνοντας τελικά να διασπάσουν τον κλοιό των Τουρκαλβανών. Οι υπόλοιποι, μετά και την τελευταία μάχη στην Κιάφα (7/12/1803), υπέγραψαν συνθήκη εκπατρισμού τους στις 12/12/1803 με τον Αλή πασά Βελή, γυιό του Αλή πασά, λαμβάνοντας έγγραφες υποσχέσεις να εγκατασταθούν όπου επιθυμούσαν, να πάρουν μαζί τους όλη την κινητή τους ιδιοκτησία, συμπεριλαμβανομένου και του οπλισμού τους και να αποφυλακισθούν όσοι Σουλιώτες βρισκόταν στα μπουντρούμια του Αλή πασά στα Γιάννινα, αρκεί να εγκαταλείψουν το ταχύτερο δυνατό τα πατρώα εδάφη τους. Οι Σουλιώτες, αφού χωρίστηκαν σε ομάδες  αποχώρησαν από το Σούλι.

        Ο Σαμουήλ παρέμεινε με 5 Σουλιώτες στο «Κούγκι», προκειμένου να παραδώσει στον Βελή πασά τα πυρομαχικά που βρισκόταν στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής.  Ένας από τους ανθρώπους του Αλή πασά τον προκάλεσε λεκτικά λέγοντάς του: «Πόσα κολαστήρια στοχάζεσαι καλόγερε, θα σε κάμει ο Βεζύρης οπόταν σε βάλει εις το χέρι, από το οποίο και δεν γλυτώνεις;». Ο Σαμουήλ απάντησε : «Δεν είναι άξιος ο Βεζύρης να πιάση άνθρωπον, όστις εκτός οπού δε φοβάται, γνωρίζει και άλλον δρόμον: του θανάτου». Αμέσως μετά ανατίναξε την αποθήκη με την πυρίτιδα, παρασύροντας στον θάνατο και δεκάδες Τούρκους. Ήταν 13 Δεκεμβρίου 1813. Ο ανθέλληνας Γερμανός λόγιος Γιάκομπ Μπαρτόλντι (1779-1825) έγραψε ότι η αποθήκη πυρομαχικών περιείχε 375 οκάδες ή 480 κιλά πυρίτιδας.

       Η ανατίναξη στο «Κούγκι» έγινε συνώνυμο της αυτοθυσίας και του ανυποχώρητου αγώνα. Έκτοτε χρησιμοποιούμε την φράση «θα γίνει Κούγκι», όταν θέλουμε να δηλώσουμε ότι μια κατάσταση φθάνει στα άκρα και δεν μας νοιάζει για το τι θα επακολουθήσει. Την περιφρόνηση του θανάτου του Σαμουήλ  και των 5 συντρόφων του ύμνησε ο μεγάλος μας ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης με το καταπληκτικό του ποίημα «Ο ΣΑΜΟΥΗΛ», που ραγίζει τις καρδιές όλων των πραγματικών Ελλήνων. Παραθέτω ένα απόσπασμα:                 

«Καλόγερε, τι καρτερείς κλεισμένος μες στο Κούγκι;                                                

Πέντε νομάτοι σόμειναν – κ’ εκείνοι λαβομένοι!                                                              

Κ’ είναι χιλιάδες οι εχθροί που σ’ έχουνε ζωσμένον!                                                    

Έλα να δώσης τα κλειδιά, πέσε να προσκυνήσης,                                                             

κι αφέντης ο Βελήπασας δεσπότη θα σε κάμη!                                                              

Έτζι ψηλά από το βουνό φωνάζει ο Πήλιο Γκούσης . . .                                  

Κλεισμένος μες στην εκκλησιά βρίσκετ’ ο Σαμουήλης,                                                    

κι αγέρας παίρνει τη φωνή του Πήλιου του προδότη.                                              

Χωρίς ψαλμούς και θυμιατά, χωρίς φωτοχυσία,                                        

γονατισμένοι, σκυθρωποί, μπρος στην Ωραία Πύλη,                                                

πέντε Σουλιώτες στέκονται με το κεφάλι κάτου.                                                    

Βουβοί-δεν ανασαίνουνε, και βλέπεις κάπου-κάπου                                                

όπου ένα χέρι σκώνεται και κάνει το σταυρό του.                                                

Ακίνητα στο μάρμαρο σέρνονται τα σπαθιά τους -                                                

Σπαθιά που τόσο εδούλεψαν για το γλυκό τους Σούλι!                                                  

Δε φαίνετ’ ο καλόγερος, μόνος του στ’ άγιο Βήμα                                         

προσεύχετο κ’ ετοίμαζε τη μυστική θυσία.                                                               

Σφιχτά- σφιχτά στα χέρια του εβάστα το Ποτήρι                                                            

και μύρια λόγι’ απόκρυφα έλεγε του Θεού του.                                                              

Τα μάτια κατακόκκινα απ’ τες πολλές αγρύπνιες                                                

εκοίταζαν ακίνητα το Σώμα και το Αίμα». [...]                                                                                               

Δεν υπάρχει σελίδα του Απελευθερωτικού Αγώνα των Ελλήνων χωρίς ολοκαύτωμα. Τα Ολοκαυτώματα αναδεικνύουν την καταφρόνηση του θανάτου των ηρώων, επωνύμων και ανωνύμων, της Επαναστάσεως του 1821, μετατρέποντας σε πράξη την φράση των προκρίτων και οπλαρχηγών, στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, «Ελευθερία ή Θάνατος». Στο Ζάλογγο και στην Ιερά Μονή Σέλτσου, για να αναφέρω δύο παραδείγματα, οι Σουλιώτισσες έπεσαν στον γκρεμό, επειδή προτίμησαν τον θάνατο από την σκλαβιά και την ατίμωση.    

       Όπως θα διαπιστώσετε, από την επιχειρούμενη εξιστόρηση των πιο γνωστών Ολοκαυτωμάτων, οι Έλληνες αντιμετώπισαν τον πιο βάρβαρο και αιμοδιψή αντίπαλο, που δεν τον συναντάς ακόμη και στις πιο πρωτόγονες ανθρώπινες φυλές. Μόνο βάρβαροι αποκεφαλίζουν και κόβουν τα αφτιά νεκρών πολεμιστών. Μόνο βάρβαροι δίνουν έγγραφες υποσχέσεις για παράδοση των αντιπάλων τους την μια ημέρα και την επομένη τους αποκεφαλίζουν. Είναι κρίμα που μόνο ελάχιστα στοιχεία των Ολοκαυτωμάτων των προγόνων μας, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, διδάσκονται τα Ελληνόπουλα. Από  τα Ολοκαυτώματα προκύπτει ανάγλυφο το μεγαλείο της αυτοθυσίας των Ελλήνων για την Πατρίδα και την Ελευθερία.       

       Τα αναφερόμενα Ολοκαυτώματα, εκφράζουν στην πλειονότητά τους την ολοκληρωτική θυσία, όπως π.χ. τα Ολοκαυτώματα του Ζαλόγγου και της Ιεράς Μονής Σέλτσου. Άλλα εκφράζουν την μαζική και βάρβαρη θανάτωση παιδιών, γυναικών και ανδρών, όπως π.χ. τα Ολοκαυτώματα της Χίου και της Σαμοθράκης και τέλος άλλα, ανήκουν και στις δύο κατηγορίες, όπως π.χ. τα Ολοκαυτώματα των Ψαρών και της Νάουσας. Όπως θα παρατηρήσετε, στο Ολοκαύτωμα του Ζαλόγγου αναφέρονται κατ’ εξαίρεσιν πολλές μαρτυρίες ιστορικών, όταν τα γεγονότα ήταν ακόμη νωπά, χωρίς πολιτικές σκοπιμότητες και ιδεοληψίες, για να τις συγκρίνετε με τις απόψεις των οπαδών της λεγόμενης «αποδομητικής ιστορίας».

Όπως θα  παρατηρήσετε, στην περιγραφή των Ολοκαυτωμάτων, αποκαλώ τους Τούρκους «ΒΑΡΒΑΡΟΥΣ» με την αρχαιοελληνική σημασία της λέξεως. Τον ίδιο χαρακτηρισμό χρησιμοποιώ και σε άρθρα μου, που φιλοξενεί η πρεβεζάνικη εφημερίδα «ΤΟΠΙΚΗ ΦΩΝΗ». Τρία χρόνια πριν έλαβα μια ενυπόγραφη επιστολή από γνωστό μου Πρεβεζάνο, στην οποία μου τονίζει με ευγενικό τρόπο ότι «είναι απαράδεκτο να χαρακτηρίζω βαρβάρους τους Τούρκους και μάλιστα όταν σήμερα καταβάλλονται μεγάλες προσπάθειες από τις κυβερνήσεις  Ελλήνων και Τούρκων, για την ανάπτυξη φιλικών σχέσεων με τους δύο λαούς».

       Απαντώντας στην επιστολή, δεν προσπάθησα να δικαιολογήσω την χρησιμοποίηση του χαρακτηρισμού «βάρβαροι». Απλά, αφού ευχαρίστησα τον επιστολογράφο, επειδή διαβάζει τα άρθρα μου, του υπενθύμισα ένα από τα πολλά γεγονότα της μακραίωνης Ιστορίας μας. Συγκεκριμένα: Το 480 π.Χ. στην μάχη των Θερμοπυλών σκοτώθηκαν ο Λεωνίδας και οι τριακόσιοι, όπως και 700 Θεσπιείς που παρέμειναν μαζί τους. Μετά την μάχη ο Ξέρξης διέταξε να βρουν το πτώμα του Λεωνίδα και να το αποκεφαλίσουν.

       Μετά την Ναυμαχία της Σαλαμίνας, ο Ξέρξης επέστρεψε στην Περσία, αφήνοντας πίσω τον γαμπρό του στρατηγό Μαρδόνιο με 300.000 άνδρες. Η αποφασιστική μάχη Περσών και Ελλήνων δόθηκε το 479 π.Χ. στις Πλαταιές. Αρχηγός του συνασπισμένου ελληνικού στρατού ήταν ο Σπαρτιάτης στρατηγός Παυσανίας. Κατά την διάρκεια της μάχης ο Σπαρτιάτης Αρίμνηστος σκότωσε τον Μαρδόνιο, διεισδύοντας στην φρουρά του, την οποία αποτελούσαν 1.000 εκλεκτοί πολεμιστές. Όταν τελείωσε η μάχη με θρίαμβο των Ελλήνων, ο Αιγινήτης Λάμπωνας πλησίασε τον Παυσανία και του ζήτησε να αναζητήσουν το πτώμα του Μαρδόνιου και να το αποκεφαλίσουν, όπως έκαναν οι Πέρσες με τον Λεωνίδα. Η αντίδραση του Παυσανία στην πρόταση του Λάμπωνα ήταν έντονη.  «Τι λες Λάμπωνα»; του είπε.  «ΑΥΤΑ ΤΑ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΒΑΡΒΑΡΟΙ. ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΛΛΗΝΕΣ».

       Όπως θα διαπιστώσετε, διαβάζοντας τα «ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΑ»,  η συνήθης πρακτική διαπόμπευσης ακόμη και των νεκρών αντιπάλων από τους Τούρκους, ήταν η καρατόμηση και εν συνεχεία η περιφορά και η επίδειξη της κομμένης κεφαλής, αφού την θεωρούσαν σύμβολο λαφύρου, δυνάμεως, θριάμβου και ταυτόχρονα απόδειξη υπεροχής, υποταγής του αντιπάλου και στρατιωτικής επιτυχίας.  -Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου