25η Μαρτίου 1821: Ξυπνάτε εσείς που κοίτεστε, ξυπνάτε όσοι κοιμάστε, το θάνατο όσοι εγεύτητε, τώρα ζωή χορτάστε

 
25/3/2024

Είμαστε ιστορικό έθνος με ρίζες που χάνονται στου χρόνου τους άχρονους διαδρόμους! Εκείνη την ημέρα, την 25η του Μάρτη του 1821, με στεντόρεια φωνή διακηρύξαμε στον κόσμο ότι η ζωή έχει νόημα όταν ταυτίζεται με την ελευθερία!

Για τους Έλληνες Αγωνιστές του ' 21 και την ανεπανάληπτης σημασίας Επανάσταση του Έθνους μας, ας αφήσουμε δύο ποιητές να μάς μιλήσουν κατευθείαν στην καρδιά και στον λογισμό μας: 

Ο Στέλιος Σπεράντζας (1888-1962), οδοντίατρος, πανεπιστημιακός και λογοτέχνης, έγραψε για την 25η Μαρτίου του 1821: 


Ακρίτα στης Ευρώπης τους πυλώνες

η Μοίρα σ' έχει τάξει, Μάννα Ελλάδα,

τη λευτεριά να διαφεντεύης στους αιώνες.

 

Χαρά σου, όταν Φειδίες με λαμπεράδα

στη γή σου πελεκούνε Παρθενώνες

κι Αισχύλοι ανάβουν θεία ανέσπερη λαμπάδα.

 

Μα ο πόνος σου βαθύς, όταν βαραίνει

τυράννων μαύρη σκιά τ' άγιο σου χώμα

και της ελπίδας τους ανθούς αργομαραίνη.

 

Κακό όμοιο εκράτει κάποτε -κι ακόμα

πιο ασήκωτο- την όψη σου θλιμμένη.

Κι ήταν πικρόχολο, που σώπαινε το στόμα.

 

Μια αυγή όμως -της φυλής την αμαρτία

το πλήρωμα του χρόνου είχε ξεπλύνει-

το βλέμμα ρίχνοντας στην που έσβηνεν εστία,

 

Τινάχτης, Κι ήταν Μάρτης, οι άσπροι κρίνοι

ευώδιαζαν. Τινάχτης την αιτία

για να μετρήσης του κακού, που φρένα λύνει.

 

Κι ως στάθηκες ψηλά στο μετερίζι,

με ορμή, που ξεπερνούσε και του ανέμου,

το κοφτερό έσυρες σπαθί σου, που σπιθίζει.

 

Και φώναξες τρανά "Καιρός πολέμου.

Με ανθούς του ονείρου η γη ξαναγεμίζει.

Ανάστα τώρα με την άνοιξη, λαέ μου".


Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879), επικός Επτανήσιος ποιητής, έγραψε για την 25η Μαρτίου 1821 και τον Ευαγγελισμό: 


Με μιας ανοίγει ο ουρανός, τα σύγνεφα μεριάζουν,

οι κόσμοι εμείνανε βουβοί, παράλυτοι κοιτάζουν.

Μια φλόγα αστράφτει... ακούονται ψαλμοί και μελωδία...

Πετάει έν' άστρο... σταματά εμπρός εις τη Μαρία...

«Χαίρε της λέει αειπάρθενε, ευλογημένη χαίρε!

Ο Κύριός μου είναι με σε. Χαίρε Μαρία, Χαίρε!»

 

Επέρασαν χρόνοι πολλοί...

Μια μέρα σαν εκείνη

αστράφτει πάλι ο ουρανός...

Στην έρμη της την κλίνη

λησμονημένη, ολόρφανη, χλωμή κι απελπισμένη,

μια κόρη πάντα τήκεται, στενάζει αλυσωμένη.

Τα σιδερά είναι ατάραγα, σκοτάδι ολόγυρά της.

Η καταφρόνια, η δυστυχιά σέπουν τα κόκαλά της.

Τρέμει με μιας η φυλακή και διάπλατη η θυρίδα

φέγγει κι αφήνει και περνά έν' άστρο, μιαν αχτίδα.

Ο Άγγελος εστάθηκε, διπλώνει τα φτερά του...

 

«Ξύπνα, ταράζου, μη φοβού, χαίρε, Παρθένε, χαίρε.

Ο Κύριός μου είναι με σε, Ελλάς ανάστα, χαίρε».

 

Οι τοίχοι ευθύς σωριάζονται. Η μαύρ' η πεθαμένη

νοιώθει τα πόδια φτερωτά. Στη μέση της δεμένη

χτυπάει η σπάθα φοβερή. Το κάθε πάτημά της

ανοίγει μνήμ' αχόρταγο. Ρωτά για τα παιδιά της...

Κανείς δεν αποκρένεται... Βγαίνει πετά στα όρη...

Λιώνουν τα χιόνια όθε διαβεί, όθε περάσει η Κόρη.

 

«Ξυπνάτε εσείς που κοίτεστε, ξυπνάτε όσοι κοιμάστε,

το θάνατο όσοι εγεύτητε, τώρα ζωή χορτάστε».

 

Οι χρόνοι φεύγουνε, πετούν και πάντα εκείνη η μέρα

είναι γραμμένο εκεί ψηλά να λάμπει στον αιθέρα

μ' όλα τα κάλλη τ' ουρανού. Στολίζεται όλη η φύση

με χίλια μύρια λούλουδα για να τη χαιρετήσει.

Γιορτάστε την, γιορτάστε την. Καθείς ας μεταλάβει

από τη χάρη του Θεού. Και σεις και σεις οι σκλάβοι,

όσοι τη δάφνη στη καρδιά να φέρετε φοβάστε,

αφορεσμένοι να 'στε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου