Σελίδες

5 Οκτωβρίου 1912, η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο στους τούρκους και τα παιδιά της όρμησαν να παντρευτούν την δόξα της πρώτης φωτιάς


5/12/2025

Ο λοχίας Ροζάκης είναι ο πρώτος που παντρεύτηκε την δόξα της πρώτης φωτιάς, σαν σήμερα, όταν η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο κατά των τούρκων (Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος).

Ήταν πρωί εξαίσιο, με ουρανό κρουσταλλένιο, που προμηνούσε ήλιο βασιλικό. Μονάχα που φυσούσε ψιλό βοριαδάκι...

Από τη ράχη του Ντορή μου παρακολουθούσα σε λίγο, που φτάναμε στο ακρότατο όριο, πριν τα τουρκικά σύνορα, δυο πεζικά συντάγματα, που προχωρούσαν με βήμα σταθερό και τραγούδια.

Στην άκρη του χωριού οι γυναίκες παραταγμένες δεξιά και αριστερά, μπροστά στους φράχτες των περιβολιών, με κάνιστρα γεμάτα φρούτα και φέτες σταρένιο πρωί, φίλευαν τους στρατιώτες και τους ξεπροβοδούσαν δακρύζοντας:

-Στο καλό παιδιά!... Η Παναγιά να σας φυλάει.

Στο τέλος ένας γέροντας με χιονισμένα γένεια, στη μαγγούρα του ακουμπισμένος, αμίλητος, σκεφτικός, σαν κάτι ν΄ ανασκάλευε κι επίμονα ν΄ αναζητούσε στην κουρασμένη μνήμη του. Ξαφνικά η μορφή του έλαμψε. Έβγαλε το καπέλο του, το κούνησε στον αέρα κι άρχισε να φωνάζει φρενιασμένα στους άντρες που διάβαιναν: 

-Εμπρός!... Εμπρός!... Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!...


Ήταν η ώρα εννιά και τέταρτο, όταν, ανηφορίζοντας προς την κορφή του μεγάλου λόφου, προς το σταθμό των Πυραμίδων, ακούσαμε δεξιά στο βάθος πυκνές μπαταριές. 

-Συνάδελφε, είπε, γυρίζοντας προς εμένα, ο παραστάτης μου, άκουσες; 

-Δεν είμαι κουφός.

-Τι λες να γίνεται;

-Γάμος. Τα παιδιά παντρεύονται τη δόξα της πρώτης φωτιάς. 

Τράβηξε από τον κόρφο του ένα βιβλιαράκι και σημείωσε: "Πέντε Οκτωβρίου, ώρα εννιά και τέταρτο, μέρα και ώρα ιστορική". 

-Και το έτος, συνάδελφε;  Γιατί αδικείς το έτος; Είναι κι αυτό ιστορικό.

-Έχεις δίκιο, είπε. 

Και διόρθωσε την αδικία: "Χίλια εννιακόσια δώδεκα".

Όταν οι ανιχνευτές άρχισαν να σκαρφαλώνουν στους λόφους που σκεπάζουν το Ελευθεροχώρι, δυο νιζάμιδες, Ανατολίτες, από τις δυο σκοπιές του σταθμού πυροβόλησαν σχεδόν ταυτόχρονα. Αυτό ήταν ο πρόλογος του μεγάλου δράματος, που ξετυλίχτηκε με ραγδαίο ρυθμό στα ποτάμια, στα βουνά και στους κάμπους της Μακεδονίας τις επόμενες ημέρες. 

Μερικοί από τους δικούς μας έκαναν το σταυρό τους και όλοι μαζί απάντησαν στο λεπτό...

Ο λοχίας Ροζάκης φώναξε το τμήμα του.

-Εδώ δε θέλει χασομέρι, παιδιά... Ζωντανούς θα τους πιάσουμε...

Εφ΄ όπλου λόγχη!...

Με αλαλαγμούς τον ακολούθησαν οι άντρες του ως την κορφή του λόφου, όπου το παλικάρι δέχτηκε μια σφαίρα στο κούτελο κι ανασκελώθηκε ματωμένο στον τόπο. Δυο φαντάροι τον τράβηξαν στην πλαγιά. Οι άλλοι προχώρησαν, όρμησαν απάνω.

Προστατευμένοι τώρα από τους τοίχους του κτιρίου πολεμούσαν όσους από τη δύναμη του φυλακίου δεν είχαν προλάβει να φύγουν, ώσπου τούς έκλεισαν στο σταθμό...

Ο Τούρκος δεκανέας μάζεψε τότε τα όπλα και βγήκε, με άσπρο μαντίλι, να παραδοθεί. Ένας νιζάμης βάλθηκε να κλαίει σαν παιδί... 

Ο Τούρκος αξιωματικός, ο διοικητής της φρουράς του σταθμού, συνήθιζε να βγαίνει στο κυνήγι. Στον τοίχο της κάμαρας του σταθμού που κυριέψαμε κρεμόταν το δίκαννό του και τα φυσεκλίκια του. Δεν μπόρεσε να το θυμηθεί την ώρα της φυγής του, αφού είχε ξεχάσει και το σπαθί του πάνω στο κρεβάτι του... Όσοι από τους στρατιώτες του δεν κλείστηκαν στο σταθμό, τον ακολούθησαν τρέχοντας. 

Ο Μάνος ρίχτηκε πίσω τους με λίγους καβαλάρηδες και τους πρόλαβε πέρα από το χωριό...

Από τα καμπαναριά των δυο μικρών εκκλησιών του χωριού τα σήμαντρα πλημμύρισαν τον αέρα με χαρμόσυνους ήχους. Ένα κοπάδι παιδάκια χύθηκαν με χαρούμενους τιτιβισμούς, σαν σπουργιτάκια, από τον κεντρικό δρόμο προς το λόφο που κατηφόριζε η φάλαγγα. Όταν μας ζύγωσαν, στάθηκαν ξαφνικά μουδιασμένα, εκστατικά, αμήχανα. Χάζευαν τα σπαθιά μας, τ΄ άλογά μας, τα τουφέκια μας...

Σε λίγο φάνηκαν οι παπάδες με τ΄ άμφιά τους. Ο ένας κρατούσε αργυρόδετο το εικόνισμα της Θεοτόκου. Ξεσκούφωτοι τους ακολουθούσαν οι πρόκριτοι του χωριού. Ο μέραρχος και το επιτελείο του πήγαν προς το μέρος τους, ξεκαβάλησαν, φίλησαν το εικόνισμα και το χέρι των παπάδων... 

Απ΄ όλα τα στήθη τότε ξέσπασε ταυτόχρονα, σαν με παράγγελμα, η κραυγή:

-Ζήτω η Λευτεριά!...

Πηγή: "Οι πόλεμοι 1912-1913", Σπ. Μελάς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου