Σήμερα, σε θυμόμαστε, όπως και χθες, όπως και αύριο, εσένα, Πολεμιστή της Ελευθερίας! Εσένα που μας βοηθάς να πάρουμε κουράγιο, για να αντέξουμε το σημερινό μας κατάντημα... Σαν σήμερα έφυγες, και οι Έλληνες πατριώτες δεν σε ξεχνούμε!
Ο γέρος του Μοριά, ο σκληροτράχηλος πολεμιστής του 1821, δεν είχε χάσει την ανθρώπινη ζεστασιά του! Την ανθρώπινη ιδιότητά τους, όμως, είχαν χάσει οι πολιτικοί της εποχής που του έβαζαν συνεχώς τρικλοποδιές και καθυστερούσαν την πολυπόθητη νίκη των Ελλήνων κατά των Τούρκων...
Κατηγορήθηκε ακόμα και ο Κολοκοτρώνης που έτρεχε από θέση σε θέση, από τάφρο σε τάφρο, από οχυρό σε οχυρό, που πολεμούσε μία, δύο, τρεις ημέρες, όσες απαιτούσε ο αγώνας, ασταμάτητα, προκειμένου να νικηθούν οι τούρκοι. Κατηγορήθηκε αυτός που πρώτα φρόντιζε για τους πολεμιστές του, γνωρίζοντας πολύ καλά πόσο οδυνηρός είναι ο πόλεμος, πόση πείνα, δίψα, αγωνία και αίμα κουβαλά μαζί του. Κατηγορήθηκε αυτός ο ήρωας, που ξεκίνησε την επανάσταση χρόνια πριν, πάνω στα βουνά, με λίγα παλικάρια κοντά του ή και μόνος του. Κατηγορήθηκε και για διάφορα άλλα πράγματα και η ψυχή του δενότανε κόμπος και η ανάσα του η ίδια τον έπνιγε στο λαιμό, γιατί κουβαλούσε τόση πίκρα μαζί της. Γράφει στα Απομνημονεύματά του:
«Από βουνό εις βουνό είχα τουφέκια με φωτιαίς και εις ολίγαις στιγμές έδιδα είδησιν εις τα μακρυνά στρατεύματα.
Μια φορά εις τα Τρίκορφα ο Αναγνώστης Ζαφειρόπουλος από το Ζυγοβίστι, τον οποίον είχα γραμματικό τότε, με ήβλεπε οπού αγωνιζόμουνα εις τας 24 ώρας. Εις τας 20 επήγαινα εις την τέντα μου και έτρωγα ολίγο ψωμί. Μου είπε: “Άϊντε Κολοκοτρώνη, παιδεύσου, παιδεύσου, και η πατρίς σου θέλει σε ανταμείψει”. Εγώ του απεκρίθηκα ότι: “Εμένα η πατρίς θα πρωτοεξορίση”, και η τύχη το έφερε και αλήθευσα».
Δεν το ήξερε τότε, ωστόσο το ένοιωθε ο Κολοκοτρώνης ότι και η δική του μοίρα δεν θα ήταν διαφορετική από εκείνη των Ελλήνων στην αρχαιότητα ή στο πιο πρόσφατο δικό του παρελθόν που έδωσαν ψυχή και σώμα στην πατρίδα με ανιδιοτέλεια και τελικά τιμωρήθηκαν. Αλλά δεν τον ένοιαζε! Τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει την Επανάστασή τους, όλοι οι πολεμιστές ήταν αποφασισμένοι να κάμουν το 1821 μια ακόμα λαμπρή, χρυσογραμμένη σελίδα της ελληνικής ιστορίας.
Την έγραψαν λοιπόν αυτή την σελίδα, παρά τα βασανιστικά και ενίοτε εγκληματικά λάθη που διέπρατταν οι ίδιοι οι Έλληνες, αλλά ποιοι Έλληνες; Όχι οι πολεμιστές της Επανάστασης, μα εκείνοι που πίστευαν ότι ήταν οι μόνοι ικανοί να διοικήσουν τους τόπους που οι μαχητές απελευθέρωναν…
Πριν γίνει αναφορά σε αυτούς, ας διαβάσουμε όσα ο Φωτάκος έγραψε και για την συμπόνια που ο μέγας οπλαρχηγός, ο Κολοκοτρώνης, κουβαλούσε στα σπλάχνα του για τους αγαπημένους του συμπολεμιστές, την οποία, σε περίπτωση θανάτου κάποιου εξ αυτών, εξέφραζε στους οικείους του. Γιατί, ναι, όσο σκληροτράχηλο κι αν τον έπλασε ο πόλεμος, η ανθρώπινη ζεστασιά δεν τον είχε εγκαταλείψει ποτέ. Πώς θα μπορούσε άλλωστε; Μήπως και ο ίδιος δεν έχασε στις μάχες δικούς του αγαπημένους;
«Μετά ταύτα ο Κολοκοτρώνης επήγες εις Μαγούλιανα και εκείθεν εις Λαγκάδια διά να παρηγορήση την οικογένειαν των Δεληγιανναίων και ιδιαιτέρως την χήραν του Θεόδωρου Δεληγιάννη, ο οποίος μετά των αρχιερέων και λοιπών προυχόντων εβασανίσθη εις τας φυλακάς της Τριπολιτσάς υπό των Τούρκων, και άμα τον έβγαλαν μίαν ημέραν προ της αλώσεως απέθανεν έξω της πόρτας των Καλαβρύτων […].
Καθώς έφθασεν εις τα Λαγκάδια, εξαπέζευσε και επήγεν αμέσως και επαρηγόρησε την χήραν και τας άλλας συγγένισας γυναίκας των Δεληγιανναίων, και το πρωί πάλιν, αφού τας εξαναείδε και τας εξαναπαρηγόρησεν, ανεχώρησεν διά Μαγούλιανα».
Ο Κολοκοτρώνης δεν είχε τον χρόνο με το μέρος του. Δεν μπορούσε να αφεθεί στην λύπη του για τα παλικάρια που είχαν σκοτωθεί, αφού έπρεπε πολλά ακόμα να γίνουν, μέχρι να απελευθερωθεί η πατρίδα. Τώρα πια, που έπνεε ούριος άνεμος ελευθερίας, θα είχε να αντιμετωπίσει και τους τούρκους αλλά και εκείνους τους Έλληνες που ήθελαν να διοικήσουν τα απελευθερωμένα μέρη, χωρίς να δίνουν πάντα την απαιτούμενη προσοχή στους λόγους του στρατηγού της νίκης. Οι έριδες μεταξύ των Ελλήνων είχαν γεννηθεί, δυστυχώς…
Έγραψε ο Κολοκοτρώνης στα Απομνημονεύματά του για τα πεπραγμένα αμέσως μετά την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς:
«Έπειτα από δέκα ημέρας εβγήκαν όλοι οι Έλληνες με τα λάφυρα και επήγαν εις ταις επαρχίαις τους σκλάβους, σκλάβαις. Σε δέκα ημέραις οπού απείκασα ότι οι Έλληνες εσιγουρεύθηκαν τα λάφυρά τους, εκάμαμεν συνέλευσι, ο Υψηλάντης, ο Πετρόμπεης και άλλοι, οπού είχαμεν αρχήν. Τους είπα ότι: “Είναι καιρός να εκστρατεύσωμε τώρα και να κινήσω διά την Πάτρα” και το έκριναν εύλογον. Τότε εκίνησα μόνο με σαράντα σωματοφύλακας για την Πάτρα. Έστειλα προσταγή εις την επαρχία της Καρύταινας να μαζωχθούν τα στρατεύματα διά την Πάτρα. Και όταν έφθασα στα Μαγούλιανα, έξη ώραις από την Τριπολιτζά, εσυνάχθησαν 1.700 στρατιώταις, και έως να κατεβώ εις την Γαστούνην εμάζωνα 10.000».
Άλλη μια λαμπρή νίκη κατά των τούρκων ήταν έτοιμη να καταγραφεί στην ελληνική ιστορία. Ωστόσο, οι άρχοντες είχαν άλλη άποψη, δεν επέτρεψαν στον Κολοκοτρώνη να πολεμήσει στην Πάτρα. Είναι τραγική η πραγματικότητα, μα πρέπει να την λέμε… Για να μαθαίνουμε από τα λάθη του παρελθόντος, μήπως και τα αποφύγουμε σήμερα και στο μέλλον, γλυτώνοντας το έθνος μας από περιττές ήττες.
Απόσπασμα από το βιβλίο: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης - Ο αδάμαστος Αρχιστράτηγος του 1821
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου