Τραγικό: Αν φτάσω εκεί που είναι θαμμένος, θα σκάψω με τα δάχτυλά μου και θα τον πάρω


 21/12/2021

Ο Ελληνισμός έχει Ήρωες και τραγικότητες

"Αν φτάσω εκεί που είναι θαμμένος, θα σκάψω με τα δάχτυλά μου και θα τον πάρω"

«Τσουκαλάς Νικόλαος του Δημητρίου, Στρατιώτης (ΔΒ): Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953, της ΕΛΔΥΚ/Λ.Δ. Φονεύθηκε από εχθρικά πυρά στο ύψ. Β’, Ν/Δ Στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ Λευκωσίας Κύπρου, κατά τη διάρκεια αμυντικού αγώνα της μονάδας του τις μεταμεσημβρινές ώρες της 16 Αυγούστου 1974».

Ένα όνομα, ανάμεσα στα πολλά, στα έγγραφα του στρατού, που έμειναν στην ιστορία. Ένας από τους πολλούς που «έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι υπέρ της πατρίδος». Ένα από τα πολλά ονόματα, που κάθε 20η Ιουλίου, μνημονεύεται σε όλες τις εκκλησίες της Κύπρου. Για κάποιους είναι ένα όνομα, ανάμεσα στα πολλά, για άλλους είναι ένας ήρωας που έπεσε για την ελευθερία της Κύπρου και για την οικογένειά του είναι ο ήρωας, που ακόμη και σήμερα, αν και τα οστά του έχουν ταυτοποιηθεί, παραμένει αγνοούμενος.

Η ιστορία του, αν και ξεκινά όπως οι πλείστες των στρατιωτών, που ρίχθηκαν στην μάχη, ενάντια στον Τούρκο εισβολέα, δεν παύει από το να προκαλεί συγκλονισμό. Επέλεξε να καταταγεί στην ΕΛΔΥΚ και να έρθει στην Κύπρο, επειδή άκουσε από άλλους ότι θα περνάει καλύτερα. Πίστευε ότι θα υπηρετούσε τον ένα χρόνο που του είχε μείνει και μετά θα πήγαινε σπίτι του, γεμάτος εμπειρίες και με περισσότερα χρήματα, για να βοηθήσει την οικογένειά του. Δεν υπολόγισε τον Αττίλα και τα σχέδιά του για το νησί.

Η οικογένειά του, 47 χρόνια μετά, ακόμη περιμένει να της επιστραφούν τα οστά του, ώστε να κάνει μία κηδεία, όπως του αρμόζει, να φτιάξει ένα μνήμα, στο οποίο θα ξέρει ότι εκεί αναπαύεται για πάντα ο δικός της ήρωας, παρόλο που γνωρίζει που είναι αυτή τη στιγμή τα οστά του. Ένα μοιραίο λάθος, λόγω έλλειψης σωστής τεχνικής, τα οστά του Νικόλαου Τσουκαλά δόθηκαν σε λάθος οικογένεια, η οποία αν και γνωρίζει ότι τα οστά που κατέχει δεν της ανήκουν, αρνείται να τα επιστρέψει, αν δεν πάρει πίσω τα οστά του δικού της ανθρώπου.

Μπορεί να ακούγεται παράλογο, όμως, δύο οικογένειες, ανάμεσα στις τόσες χιλιάδες, ανεβαίνουν από κοινού ένα Γολγοθά και δεν γνωρίζουν πότε θα φτάσουν στην κορυφή. Η αδελφή του ήρωα, Αναστασία Τσουκαλά-Βούλγαρη, μιλώντας στον REPORTER, κάνει μία αναδρομή και θυμάται πώς πήρε την απόφαση για να έρθει στην Κύπρο ο αδελφός της, ποια ήταν τα πρώτα τους συναισθήματα όταν έμαθαν πώς σκοτώθηκε και περιγράφει πόσο δύσκολο είναι να γνωρίζει που βρίσκονται τα οστά του αδελφού της, αλλά δεν μπορεί να κάνει κάτι για να τα πάρει πίσω.

Η απόφαση να υπηρετήσει στην Κύπρο

Ξεκινήσαμε την κουβέντα μας και το πρώτο που της ζητήσαμε ήταν να μας περιγράψει τον αδελφό της και έκανε λόγο για ένα παιδί, που αν και νεαρό σε ηλικία, ήταν το στήριγμα της οικογένειάς του.

«Ήταν ένα πολύ ήσυχο παιδί, με πολύ ήθος και χαμηλών τόνων. Ήταν ένας μαλακός, ήσυχος άνθρωπος. Η συμπεριφορά του, απέναντι στην οικογένειά του, ήταν υπέροχη, δούλευε και προσέφερε. Ο Νικόλας ήταν ο μεγάλος. εγώ ήμουν η δεύτερη και είχαμε και τη μικρή μας αδελφή. Πήγαινε σε νυχτερινό Γυμνάσιο και δούλευε την μέρα. Ήταν πολύ επικοινωνιακό άτομο, ήταν το στήριγμα της οικογένειας και η απώλειά του ήταν μεγάλο πλήγμα.

Ήταν 19 ετών και υπηρετούσε στο Κιλκίς, στο δεύτερο χρόνο της θητείας του. Μας πήρε μία μέρα τηλέφωνο, να μας πει ότι θα πάει να πολεμήσει στην Κύπρο. Η μαμά μου δεν ήθελε, επειδή ήταν μακριά. Του έλεγε “που θα φύγεις να πας τόσο μακριά; Εμείς σε έχουμε για στήριγμα” και αυτός της είπε “δεν πειράζει. Εκεί μου είπαν ότι περνάνε καλά το στρατιωτικό. Θα πάω και θα απολυθώ εκεί. Θα μαζέψω και χρήματα”.

Έτσι, δήλωσε με κάποιους φίλους του, όταν ρώτησαν από τον στρατό. Τελικά τους πήγαν ένα μήνα στο Λουτράκι και δεν έφευγε το πλοίο. Μετά από ένα μήνα έφυγαν και πήγαν στην Κύπρο, στις 22 Ιουλίου».

Η τελευταία επαφή μαζί του

«Από το καράβι που έφτασε στην Κύπρο, που ήταν από τα τελευταία, πέσανε κατευθείαν στη μάχη. Στις 14 Αυγούστου μιλήσαμε μαζί του, μας είπε ότι δεν ήτανε τίποτα και ότι ήταν στην ΕΛΔΥΚ, στο αεροδρόμιο. Ήταν η τελευταία επαφή μας. Μάθαμε, από πληροφορίες, όχι από τον στρατό, ότι στην μάχη που έγινε στις 16 Αυγούστου, που έβαλλε η Τουρκία το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, έπεσε ο αδελφός μου.

Όταν μάθαμε ότι τους έριχναν βόμβες κλπ, η μαμά μου άρχισε να παίρνει τηλέφωνα σε κάτι γνωστούς που είχε, για να μάθει αν εκεί που έγινε η μάχη, ήταν ο αδελφός μου. Δεν παίρναμε καμία απάντηση και επειδή είχαμε μιλήσει στις 14, λέγαμε ότι ήταν αλλού, δεν πιστεύαμε ότι θα είναι εκεί. Στις 18 Αυγούστου, ήρθαν στρατιωτικοί στο σπίτι μας και μας είπαν ότι ο αδελφός μου είχε σκοτωθεί στην μάχη. Μας είπε ότι “έπεσε υπέρ πατρίδος”. Αρχικά δεν το πιστεύαμε, αλλά μετά αρχίσαμε να το συνειδητοποιούμε. Δεν είχαμε, όμως, σορό να κάνουμε κηδεία. Κάναμε τα σαράντα, το βάλαμε στην εφημερίδα, ντυθήκαμε στα μαύρα. Ήρθαν και κάποιοι που είχαν δικούς τους αγνοούμενους και μας ρωτούσαν πώς το κάνουμε αυτό, αφού δεν είχαμε πτώμα για να κάνουμε την κηδεία».

Η πρώτη επίσκεψη στην Κύπρο

Ένα χρόνο μετά την τουρκική εισβολή, όλη η οικογένεια έφτασε στην Κύπρο, ώστε να επισκεφτεί το σημείο, που ήταν θαμμένος ο δικός της άνθρωπος.

«Το 1975 στην Κύπρο, πήγαμε όλη η οικογένεια στη Λακατάμια και υπήρχε, στο επάνω μέρος του νεκροταφείου, η πλάκα που έγραφε το όνομά του. Ήρθαμε για να μάθουμε πως έφυγε το παιδί, επειδή δεν μας έδιναν πληροφορίες από τον στρατό. Είχαμε πάει στη Μαλούντα και παρόλο που εκεί υπήρχαν πολεμιστές, δεν δεχόταν κανένας να μας δώσει πληροφορίες. Οι μόνες πληροφορίες που μας έδωσαν ήταν στην Λακατάμια, αυτοί που ήταν παρόντες στην ταφή, κάποιοι παππούδες, κάποιοι γείτονες. Εκεί έγινε ο μεγαλύτερος χαμός, ο ένας λιποθυμούσε μετά τον άλλο, μας έπαιρναν στα σπίτια να μας δώσουν νερό. Εκεί ήταν η κηδεία, για μας, επειδή εκεί μάθαμε πώς τους μετέφεραν από το στρατόπεδο».

Παρόλο που βρήκαν το μνήμα, ακόμη έψαχναν να βρουν τις πιο απλές απαντήσεις. Από πληροφορήθηκαν ότι είναι νεκρός, τι αντικείμενα βρέθηκαν πάνω του, ήταν όντως εκεί θαμμένος ο δικός τους άνθρωπος;

«Δεν είχαμε βρει τίποτα. Πηγαίναμε εκεί που ήταν το μνήμα, ανάβαμε τα καντήλια, όλης της σειράς, επειδή δεν ξέραμε που ακριβώς ήταν, αλλά πάντα στην επάνω σειρά, εκεί που δεν ήταν. Δίπλα από το μνήμα του αδελφού μου, υπήρχαν άλλες είκοσι πλάκες άγνωστων στρατιωτών».

Η εκταφή των οστών και η παράδοση σε λάθος οικογένεια

Γύρω στο 1990 έγινε η εκταφή των οστών, στο κοιμητήριο της Λακατάμιας. Τότε έμαθαν την αλήθεια, ότι στον τάφο εκείνο δεν ήταν ο δικός τους άνθρωπος, αλλά κάποιος άλλος. Τότε φανερώθηκε η προχειρότητα με την οποία έγιναν οι ταφές.

«Λάβαμε μία ειδοποίηση ότι θα γίνει εκταφή των οστών και όταν έγιναν οι εκταφές της πάνω σειράς, στο κοιμητήριο Λακατάμιας, ήταν παρούσες η μητέρα μου και η θεία μου, μαζί με μία άλλη γυναίκα. Εκείνη την μέρα έκαναν εκταφή σε όλο το πάνω μέρος του κοιμητηρίου, επειδή ήταν ανακατωμένα τα οστά. Στο μνημείο που έπρεπε να ήταν ο αδελφός μου, βρέθηκαν τα οστά ενός άλλου παιδιού, που είχε πάνω του τις φωτογραφίες και το πορτοφόλι του.

Εκτός αυτού, υπήρχαν και άλλα οστά. Στην επάνω τάφρο, από ό,τι μας είπανε, είχανε ρίξει μέσα με το φορτηγό τα σώματα, επειδή μύριζαν όταν τα πήραν από το αεροδρόμιο και δεν τα έψαξαν. Τέτοια μας είχαν πει οι γείτονες ότι είχαν γίνει και ότι η ταφή είχε γίνει πολύ πιεσμένα και πρόχειρα. Δεν τους έθαβαν ένα-ένα, να τους ψάξουνε, να δούνε αν έχουν πάνω τους κάποια στοιχεία, επειδή μέχρι να τους μαζέψουν είχε αρχίσει η αποσύνθεση και μύριζαν και δεν μπορούσαν. Προφανώς είχαν μαζί τους και κάποιες πληροφορίες και έβαλαν κάποια ονόματα και για τους άλλους έβαλαν άγνωστος στρατιώτης. Δεν ήταν άγνωστοι, απλά ήταν μη αναγνωρισμένοι».

Η ανακάλυψη ότι στο μνήμα δεν ήταν ο Νικόλαος Τσουκαλάς, του γέμισε με κάποιες κρυφές ελπίδες, ότι κάπου μπορεί να ήταν ζωντανός και να μην σκοτώθηκε στον πόλεμο.

«Όταν είδαμε ότι δεν ήταν ο δικός μας, μέσα μας είχαμε κάποιες κρυφές ελπίδες. Παρόλο που ακόμη και από την πρώτη μας επίσκεψη στην Κύπρο, συζητώντας με διάφορους, που μας είπαν ότι δεν υπήρχαν επιζώντες και οι αιχμάλωτοι είχαν επιστρέψει το πρώτο διάστημα, άρχισε να υπάρχει μία κρυφή ελπίδα. Το 2000 άρχισαν να γίνεται χρήση του DNA και μας ζήτησαν να τους δώσουμε δείγμα για ταυτοποίηση. Λέγαμε ότι θα είναι σε αυτά τα οστά που είναι στο οστεοφυλάκιο. Μέχρι που μας πήρε τηλέφωνο ο ανθρωπολόγος που το είχε αναλάβει και μας είπε ότι πήραν δείγματα από τα οστά ατόμων που είχαν επιστραφεί με τις πρώτες εκταφές, για να δούνε αν είναι ο άνθρωπος τους.

Βρέθηκε ότι τον αδελφό μου τον είχανε πάρει εδώ στην Ελλάδα, για κάποιο άλλο στρατιώτη. Ήταν θαμμένος με άλλο όνομα, σε ένα χωρίο της Θεσπρωτίας. Τελικά, διαπιστώθηκε ότι δεν ήταν αυτός, αλλά ο Τσουκαλάς. Η οικογένεια, όμως, αρνείται να τα δώσει, παρόλο που έχει πάει ο ανθρωπολόγος και έχει πάρει δείγματα και έχει αποδειχθεί ότι είναι ο αδελφός μου και δεν είναι ο δικός τους. Μας λέει “φέρτε μας τα δικά μας, για να πάρετε πίσω τα δικά σας”. Είναι δύσκολο να κάθεσαι να μαλώνεις για τα λείψανα και τα οστά και δεν ξέρω αν ποτέ και με ποιο τρόπο θα έρθουν στα χέρια μας τα οστά του αδελφού μου».

«Ξέρουμε ότι είναι νεκρός»

«Όταν μας είπαν ότι είναι εκεί, προσωπικά ένιωσα μία ανακούφιση. Ξέρουμε ότι είναι νεκρός και ότι βρέθηκε κάπου, αλλά από την άλλη πλευρά ήταν πολύ τραγικό για μας. Μας πήραν από την Κύπρο, να μας δώσουν τα δείγματα που βρήκαν. Εμείς είπαμε “θέλουμε ολόκληρο το παλικάρι. Μας το πήραν ολόκληρο, θα μας το επιστρέψετε ολόκληρο, όχι μόνο τρία δείγματα”. Συμφωνήσαμε με τη μητέρα μου ότι μόνο έτσι θα δεχθούμε. Δεν έχει γίνει μέχρι τώρα, περιμένουμε.

Δεν έχουμε επισκεφτεί τον τόπο που είναι τώρα τα οστά του και ψυχολογικά, δεν μπορούμε να το κάνουμε. Πιστεύουμε ότι φτάνοντας εκεί, θα έχουμε φασαρία. Φτάνοντας και ξέροντας ότι είναι εκεί, θα σκάψω με τα δάχτυλα μου και θα πάρω τον άνθρωπό μας. Ζούμε σε μία εποχή, που νομίζουμε ότι είναι ιεροσυλία να κρατάς τα οστά άλλου, αλλά και να πας να ζητήσεις κάτι που εκείνος που το κρατά και δεν το δίνει, το θεωρεί ιερό.  Το έχουμε έτσι μέσα στο μυαλό μας».

Το μνημόσυνο κάθε χρόνο και η αλλοίωση οστών

«Κάθε χρόνο, όταν γίνεται το μνημόσυνο στην Μακεδονίτισσα, επειδή οι μητέρες άνοιγαν τα κασελάκια και φιλούσαν τα οστά και έκλαιγαν, οι στρατιώτες τα ψέκαζαν με μία ουσία, για να μην υπάρξει κάποια μόλυνση κλπ. Λόγω αυτού, λένε ότι πλέον δεν μπορούν να πάρουν δείγματα για DNA. Ίσως να είναι γι΄ αυτό το λόγο που δεν μπορούν να βρούνε τα οστά του παιδιού της οικογένειας, που έχει τα οστά του αδελφού μου.

Με το Σύλλογο Αγνοουμένων της Κυπριακής Τραγωδίας, γίνεται το μνημόσυνο οργανωμένο. Πάμε κάθε χρόνο, άλλες φορές η μαμά μου, άλλες φορές εγώ και τα παιδιά μου. Είπα είναι το ταξίδι του αδελφού μου αυτό. Πλέον η μαμά μου δεν πηγαίνει, επειδή είναι 90 ετών, αλλά βλέπει που έρχονται τα οστά και περιμένει τα δικά μας. Αλλά δεν το βλέπουμε».

Δικά μας λάθη και παραλείψεις

«Θεωρούμε ότι έγιναν παραλείψεις, όσον αφορά στις ταφές, αλλά είναι θέμα τεχνολογίας. Το 1990 έγιναν οι εκταφές, αλλά θα μπορούσαν να τα αφήσουν εκεί και να διατηρήσουν το νεκροταφείο ως στρατιωτικό. Δεν ξέρω για ποιο λόγο έκαναν τις εκταφές, δεν είχαν το DNA, μετά άρχισε να γίνεται χρήση του. Το βασικότερο λάθος της Κύπρου, ήταν που έκανε εκταφές. Έπρεπε να αφήσει εκεί ένα στρατιωτικό νεκροταφείο. Πιστεύω ότι ήταν λάθος. Θα προτιμούσαμε να μην γίνουν οι εκταφές τότε και να περιμένουν με το DNA, έγινε κάτι πρόχειρο με τις εκταφές τότε. Είναι κάτι οδυνηρό. Η μαμά μου πίστευε ότι βρίσκοντας το παιδί της, πίστευε ότι θα πάρει κάποια δικαίωση».

Αυτό που θέλει η οικογένεια, τόσο του Νικόλα Τσουκαλά, όσο και όλων των πεσόντων, είναι να υπάρξει η αναγνώριση της προσφοράς τους και της θυσίας τους.

«Θέλουμε να δικαιωθούν τα παλικάρια, που έδωσαν τη ζωή τους και να υπάρχει μία αναγνώριση. Στην Ελλάδα αναγνωρίστηκε ότι υπήρχαν Έλληνες που αγωνίστηκαν το 1974, πρόσφατα. Μετά από αρκετά χρόνια άρχισαν να δίνουν κάποια μετάλλια, σε επιζώντες και πεσόντες. Όταν ήμουν 17 ετών και έλεγα ότι ο αδελφός μου είχε σκοτωθεί στην Κύπρο, μου έλεγαν “είσαστε Κύπρια;” και τους έλεγα “όχι, είμαι από την Ελλάδα και στείλαμε τους συγγενείς μας να βοηθήσουν”. Τώρα, μετά από τόσα χρόνια μαθαίνουν την πραγματική εικόνα». Από Φοινιώ Σάββα-reporter.com.cy

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου