Πάμφορο: Με καταγωγή όλων από την Ανατολική Θράκη - Έφτασαν στο χωριό λεηλατημένοι, βασανισμένοι και πάντα Έλληνες


 24/10/2022

Πήραν γυμνοί τον δρόμο της προσφυγιάς, κι όσο αυτοί οι Έλληνες πλησίαζαν εδώ, τόσο χάνονταν ο Ελληνισμός και τα χωριά μας εκεί, στην Ανατολική Ρωμυλία.

Το Πάμφορο είναι κτισμένο μέσα στον κάμπο, γι' αυτό και η ονομασία του οφείλεται στην εύφορη γη του. Βρίσκεται σε υψόμετρο 21 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Είναι μικτό χωριό που κατοικείται από χριστιανούς και μουσουλμάνους.

Οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στο χωριό κατάγονται από τα Μάλγαρα της Ανατολικής Θράκης, το Ντεβετζίκιοι (Εύανδρο) Ανατολικής Θράκης και 1-2 οικογένειες από άλλα μέρη της Ανατολικής Θράκης.

Στα Μάλγαρα οι κάτοικοί του ήταν όλοι Έλληνες, στην απογραφή δε του 1920 είχε περί τους 4.400 κατοίκους. Είχε νηπιαγωγείο, παρθεναγωγείο και 6τάξια Αστική Σχολή με τρεις διδασκάλους και τρεις διδασκάλισσες. Δύο ήταν οι εκκλησίες του, του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Χαραλάμπους. Στις 4 Ιουλίου του 1913 ο τουρκικός στρατός στα Μάλγαρα όπως και στα γύρω χωριά έβαλε φωτιά στα σχολεία, στις εκκλησίες, και στα σπίτια τους αφού λεηλάτησε, ατίμασε και έσφαξε. Από τα Μάλγαρα 160 οικογένειες τράπηκαν γυμνοί σε φυγή εγκαταλείποντας τα χιλιάδων ετών πάτρια εδάφη τους, επέστρεψαν το 1920 με την κατάληψη της περιοχής από τον ελληνικό στρατό. 

Το 1922 όμως με την παράδοση στους Τούρκους της Ανατολικής Θράκης αναχώρησαν με όλους τους κινδύνους, τις κακουχίες και την εξαθλίωση και εγκαταστάθηκαν σε διάφορα μέρη της ελεύθερης Ελλάδας. Όπως και μια ομάδα από αυτούς στο Πάμφορο. Το Ντεβετζίκιοϊ (Εύανδρο) Μαλγάρων Ραιδεστού είχε περίπου 150 σπίτια με 750 κατοίκους όλους ελληνικής καταγωγής. Κάθε οικογένεια ζούσε σε σπίτι μέσα σε έκταση 15 στρεμμάτων. Κάθε σπίτι είχε το κελάρι του με το στάβλο, τον αχυρώνα, το κοτέτσι, τον φούρνο, το αλώνι και τον κήπο του.

Κεντρική εκκλησία είχε τον Άγιο Ιγνάτιο που κτίστηκε το 1863. Την εικόνα του την έφεραν οι πρόσφυγες από τον Εύανδρο στην Εκκλησία της Μέσης. Είχε Γραμματοδιδασκαλείο με 30 μαθητές. 

Οι κάτοικοι του όσοι πλήρωναν χρυσές λίρες εξαγόραζαν την θητεία τους, οι υπόλοιποι έφευγαν στα βουνά και κρύβονταν, όπου και εξοπλίζονταν, προστατεύοντας έτσι και το χωριό τους όπως και τα γύρω χωριά. Οι Τούρκοι δεν τολμούσαν να πλησιάσουν, μάλιστα απέτρεψαν πολλές φορές στο κάψιμο από τους άτακτους Τσέτες και των διπλανών χωριών του Μαχμούτ-κιοϊ, του Αλμαλί και άλλων. Γι' αυτό το Εύανδρο το έλεγαν και Λεβεντοχώρι.

Στο Εύανδρο είχε και πολλά μοναστήρια όπως του Αγίου Ιωάννη, της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Γεωργίου και της Αγίας Κυριακής με το Αγίασμα στο πάτωμά του. Το 1922 όταν ενημερώθηκαν από τον ελληνικό στρατό ότι πρέπει να εγκαταλείψουν το χωριό τους αμέσως άρχισαν να προετοιμάζονται για την αναχώρησή τους. Έτσι φόρτωσαν τα κάρα τους με σπόρους, με τρόφιμα και λίγα ρούχα, όσα ζώα δεν θα τα έπαιρναν μαζί τους τα άφησαν ελεύθερα. Έτσι μαζί με τα υπόλοιπα ζώα τους πήρανε τον δρόμο της προσφυγιάς.

Η πορεία τους ήταν δύσκολη και επικίνδυνη, παντού σκοτωμένοι και δέχονταν μικρές επιθέσεις από άτακτους Τσέτες για να τους ληστέψουν. Συνεχίζοντας έφτασαν στα Ύψαλα. Αφού διάβηκαν τον Εργίνη ποταμό μέσω μιας στρατιωτικής γέφυρας πάνω σε βάρκες πέρασαν τον Έβρο ποταμό στην περιοχή του Σουφλίου. Από εκεί μετά από 5 ημέρες έφτασαν στην Αλεξανδρούπολη, φόρτωσαν στο τρένο τα υπάρχοντά τους και έφτασαν στην Κομοτηνή. Τελικά περί τις 5 οικογένειες εγκαταστάθηκαν στην Μέση, 10 οικογένειες στο Λοφάριο, 15-20 στην Ξυλαγανή, 50 περίπου στον Ίμερο και 15 οικογένειες στο Πάμφορο, όπως και ορισμένες μεμονωμένες οικογένειες σκόρπισαν σε διάφορα άλλα μέρη.

Οι οικογένειες των πρωτοεγκατασθέντων προσφύγων στο Πάμφορο ήταν των: Αραμπατζή, Ανθουλίδη, Αναγνωστόπουλου, Ανδρέου, Αλτίδη, Αυτζόγλου, Αναγνώστου, Γκαϊντατζή, Γκαλαγκτότση, Γκοτσίδη, Γιαννακίδη, Δάκα, Ζεϊμπέκη, Δαλματζή, Δουμπουλάκη, Ηλιόγλου, Καραπαναγιώτη, Καμενίδη, Καμπουρίδη, Καραγκιοζίδη, Κυρτζίκη, Καραολάνη, Κοντίδη, Μολλά, Μαγγανά, Μπακάλμπαση, Μπακιρτζή, Νεστορίδη, Ξανθόπουλου, Παπακώστα, Σταυρακίδη, Σημειονόπουλου, Τουφεξή, Σημειονίδη, Τσομπανίδη, Τουφεξίδη, Φωτεινόπουλου, Χειράκη, Χαμζά, Χρυσαφίδη και Τσακμακίδη.

Όταν ήλθαν λοιπόν στο χωριό η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων τους μοίρασε τα οικόπεδα, μέχρι όμως να χτίσουν τα σπίτια τους με πλιθιά, φιλοξενήθηκαν σε σπίτια μουσουλμάνων του Παμφόρου όπως και των γύρω χωριών του Βάκου και άλλων.

Τις πρώτες μέρες της εγκατάστασής τους λόγω των ταλαιπωριών απεβίωσε ο Αραμπατζής Αναστάσιος, επειδή όμως ακόμα δεν τους είχε παραχωρηθεί έκταση για νεκροταφείο ο τσιφλικάς του χωριού Αμέτ Αγάς, τους παραχώρησε δωρεάν 1,5 στρέμμα για να το χρησιμοποιήσουν για νεκροταφεία στα οποία ενταφιάζουν τους νεκρούς τους μέχρι και σήμερα.

Ο πρώτος εφημέριος του χωριού ήταν ο παπά-Γιώργης από το Αρσάκειο που ερχότανε από το χωριό του με το γαϊδουράκι.

Οι πρόσφυγες με τον ξεριζωμό τους έφεραν με το κάρο την καμπάνα της εκκλησίας τους, τις εικόνες του Χριστού, του Αγίου Μηνά, της Αγίας Παρασκευής και της Παναγίας που προσεύχεται με ανοιχτά τα χέρια και τις τοποθέτησαν στην εκκλησία του χωριού. Μετά από χρόνια η καμπάνα ανταλλάχτηκε από μια νέα και μεγαλύτερη μεν αλλά όχι όπως τον γλυκό ήχο που έβγαλε η πρώτη καμπάνα.

Κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 τρεις νέοι δεν επέστρεψαν πίσω στο χωριό ζωντανοί γιατί έδωσαν το αίμα τους για την πατρίδα ήταν οι: Γκαλαγκότσης Κωνσταντίνος του Αθανασίου, Δαλματζής Χρυσάφης και Νεστορίδης Παναγιώτης.

Το 1941 μέχρι το 1944 κατά την Βουλγαρική Κατοχή οι Βούλγαροι έποικοι είτε έμειναν μαζί με τους Έλληνες στα σπίτια τους απομονώνοντάς τους σε ένα δωμάτιο, είτε τους πήρανε τα σπίτια τους, βάζοντάς τους να διαμένουν ανά δύο-τρεις οικογένειες σε ένα σπίτι ή στους στάβλους, τους μουσουλμάνους δεν τους πείραζαν.

Κατέσχεσαν το μεγαλύτερο μέρος των χωραφιών τους και με την πρώτη ευκαιρία "πλήρωναν" τους Έλληνες χριστιανούς με το γνωστό βουλγάρικο ξύλο. Για κάποιο διάστημα έστειλαν και 5-6 άνδρες του χωριού για καταναγκαστική εργασία στην Βουλγαρία (Ντουρντουβάκια). Ευτυχώς όλοι γύρισαν πίσω.

Κεντρικός ναός του χωριού είναι ο ναός του Αγίου Γεωργίου με εφημέριο τον πρεσβύτερο Παύλο Δολαπσόγλου. Στα νεκροταφεία υπάρχει επίσης και το παρεκκλήσι των Αγίων Αναργύρων. 

Μέχρι κάποια χρόνια υπήρχε στο χωριό μια μονάδα εκτροφής 800 περίπου στρουθοκαμήλων από δύο τότε πρωτοπόρους σ' αυτό το επάγγελμα κατοίκους που εκμεταλλεύονταν το κρέας τους, τα φτερά τους, τα αβγά και άλλα.

Στο χωριό ο άξιος επαίνου δραστήριος Πολιτιστικός Σύλλογος που λειτουργεί από το 1995 στο χώρο του κλειστού Δημοτικού Σχολείου διατηρεί ένα μικρό λαογραφικό μουσείο από δωρεές των χωριανών τους, όπως ρούχα ανδρικά και γυναικεία φερμένα από τις αλησμόνητες πατρίδες, κεντήματα, υφαντά, αργαλειό, γεωργικά εργαλεία, καθημερινά σκεύη της νοικοκυράς, κούνια για το μωρό και πολλά άλλα. 

Απόσπασμα άρθρου από xronos.gr & Φωτογραφία:commons.wikimedia.org/wiki/File:Building-of-church-in-Pamforo.jpeg

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου