Στις 12 Δεκεμβρίου 1803, μία από τις πιο δραματικές σελίδες της ελληνικής ιστορίας γράφεται στο Μαρτυρικό Σούλι...
Μετά από μήνες ασφυκτικής πολιορκίας από τα στρατεύματα του
Αλή Πασά, η πείνα, οι αρρώστιες και ο αποκλεισμός λυγίζουν ακόμη και τους
ακμαιότερους υπερασπιστές του. Οι Σουλιώτες, εξαντλημένοι και αβοήθητοι,
αναγκάζονται να συνυπογράψουν μια συμφωνία παράδοσης με τον τύραννο των
Ιωαννίνων, μια συμφωνία που εκείνος δεν προόριζε ποτέ να τηρήσει.
Οι καπεταναίοι, με προεξάρχοντες τους Φώτο Τζαβέλα και Νότη Μπότσαρη,
υπογράφουν με βαριά καρδιά. Για πρώτη φορά, οι περήφανοι υπερασπιστές των
Σουλιώτικων βράχων αφήνουν πίσω τα σπίτια, τα ιερά τους χώματα, τους τάφους των
προγόνων τους. Κι όμως, ο όρκος της επιστροφής μένει άσβεστος.
Έτσι αρχίζει η Μεγάλη Έξοδος· ένα δράμα που, όπως αποδείχθηκε, είχε ακόμη
πολλές πράξεις.
16 Δεκεμβρίου 1803 – Η φυγή των τριών τμημάτων
1) Προς την Πάργα: Η διαφυγή των 1.500 Σουλιωτών
Το πρώτο και πολυπληθέστερο τμήμα, περίπου 1.500 άνδρες με τους Φώτο Τζαβέλα,
Δήμο Δράκο και Τζίμα Ζέρβα, κατευθύνεται προς την τότε ρωσοκρατούμενη Πάργα.
Καθ’ οδόν δέχονται επιθέσεις, όμως καταφέρνουν να διασπαστούν και να φτάσουν
στη θάλασσα. Από εκεί περνούν στην Κέρκυρα, όπου θα βρουν προσωρινό καταφύγιο
υπό ρωσική κι αργότερα γαλλική, διοίκηση.
2) Το Ζάλογγο – Το εμβληματικό ολοκαύτωμα
Το δεύτερο τμήμα, περίπου 800 Σουλιώτες, με επικεφαλής τον Κουτσονίκα και τον
Κίτσο Μπότσαρη, δέχεται ακαριαία επίθεση από τον Αλή Πασά, ο οποίος είχε ήδη
αθετήσει τη συμφωνία.
Στο Ζάλογγο, μια από τις πιο σφοδρές συγκρούσεις της εποχής αφήνει το σώμα
αποδεκατισμένο.
Και τότε συντελείται το γεγονός που συγκλόνισε τον κόσμο:
Εξήντα Σουλιώτισσες, κρατώντας η μία το χέρι της άλλης, τραγουδούν,
αποχαιρετούν τα παιδιά τους και πέφτουν στον γκρεμό, επιλέγοντας την ελευθερία
από την ατίμωση.
Ο «Χορός του Ζαλόγγου» γίνεται παγκόσμιο σύμβολο αυτοθυσίας.
23 Δεκεμβρίου 1803 – Η ηρωίδα Δέσπω στη Ρηνιάσα
Είκοσι επτά οικογένειες Σουλιωτών που είχαν βρει καταφύγιο στη Ρηνιάσα
περικυκλώνονται από τα στρατεύματα του Αλή.
Μόνη αρχηγός τους: Η Δέσπω Σέχου–Μπότση, χήρα του Γιωργάκη Μπότση.
Οχυρωμένες στον πύργο του Δημουλά, αντιστέκονται με ό,τι όπλα έχουν απομείνει.
Όταν ο εχθρός εισβάλει στον αυλόγυρο, η Δέσπω παίρνει τη μοιραία απόφαση:
Συγκεντρώνει τις γυναίκες και τα παιδιά, ρίχνει το μπαρούτι στο πάτωμα και
βάζει φωτιά.
Η έκρηξη ισοπεδώνει τον πύργο και παρασύρει μαζί της τις τελευταίες
υπερασπίστριες και τους εισβολείς.
Ένα δεύτερο Κούγκι. Μια πράξη που ξεπερνά την ανθρώπινη αντοχή και γράφει
αιώνια ιστορία.
Ο Γολγοθάς του Σέλτσου – Απρίλιος 1804
Το τρίτο τμήμα, υπό τον Νότη Μπότσαρη, φτάνει από το Βουργαρέλι στη
Βρεσθενίτσα, ενώνονται με διασωθέντες του Ζαλόγγου, και τελικά καταφεύγουν στη
Μονή Σέλτσου, ένα οχυρό φυσικό φρούριο αλλά χωρίς έξοδο.
Εκεί, περίπου 1.148 ψυχές, σύμφωνα με τον Πουκεβίλ, πολιορκούνται για τέσσερις
μήνες.
Στο πλευρό τους πολεμούν 200 Ραδοβιζινοί, μέχρι θανάτου.
Στις 23 Απριλίου 1804, ανήμερα του Αγίου Γεωργίου, έρχεται το τέλος:
-Οι περισσότεροι άνδρες και γυναίκες πέφτουν ηρωικά στη μάχη.
- 250 γυναικόπαιδα πηδούν στον γκρεμό της Γκούρας πάνω από τον Αχελώο.
- Μόλις 40–80 διασώζονται.
Ο Πουκεβίλ θα γράψει: «Δεν χωρεί ιστορικού νους ότι στο Σέλτσο χάθηκαν μέσα σε
μια μέρα τρεις γενεές Μποτσαραίων.»
Το τέλος της εξόδου – Η αρχή της αθανασίας
Όταν, 15 χρόνια αργότερα, το 1820, οι Σουλιώτες θα επιστρέψουν στον γενέθλιο
τόπο τους, πολλοί δεν θα είναι πια στο προσκλητήριο.
Ανάμεσά τους όμως ξεχωρίζουν δύο επιζώντες της τραγωδίας του Σέλτσου:
- ο Μάρκος Μπότσαρης, τότε 13 ετών,
- και ο Νότης Μπότσαρης.
Από αυτούς θα ανάψει ξανά η φλόγα του Σουλιώτικου αγώνα στην Επανάσταση του
1821. -Πηγή: taneatismikrospilias24

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου