- Μιχαήλ, δεν θα μας βρει το ξημέρωμα! Φοβάσαι; Ρώτησε ο Ανδρέας, και το χαμόγελο σαν την Γαλανόλευκη κυμάτιζε στο καθάριο πρόσωπό του.
- Τι να φοβηθώ; Τον θάνατο; Όχι βέβαια! Εγώ φοβάμαι μόνο την σκλαβιά, αυτή δεν μ΄ αφήνει να αναπνεύσω! Ο δυνάστης που πατά την γη μας, πρέπει να φύγει!
Να δώσω την ζωή μου, για να φύγει, είναι τιμή ξεχωριστή! Στις δικές μας τις ψυχές, δεν έχει γόνιμο έδαφος ο φόβος, τι λες κι εσύ Ανδρέα; Ρώτησε ο Μιχαήλ και στο βλέμμα του άστραφτε του Λεωνίδα και του Αλέξανδρου η θωριά.
- Πώς να μην συμφωνήσω, αδερφέ μου; Εμείς, ελεύθεροι είμαστε μόνο όταν το έθνος μας το ελληνικό διώχνει τον εχθρό! Τι δουλειά έχει ο φόβος στα δικά μας τα χωράφια;
- Δεν σε στεναχωρεί που δεν θα ανθίσει ποτέ ο έρωτας την νιότη σου; Που δεν θα χαρίσεις στην Ελλάδα ένα παιδί, μία γενιά;
- Ο έρωτας για την Ελλάδα είναι ο τρανότερος όλων! Ο δικός μας θάνατος, είναι η επόμενη γενιά, αρκεί να γίνει μπόλι για την λευτεριά!
Οι δυο λεβέντες άφησαν για λίγο της σιωπής την μαγεία να τυλίξει την γενναία κορμοστασιά τους.
- Κατηγορήθηκες και για αρπαγή οπλισμού, αδερφέ μου Ανδρέα. Θαρρείς και δεν έχουμε δικαίωμα να αντισταθούμε στην βία τους. Θαρρείς και πρέπει να μας βάζουν το όπλο στον κρόταφο, κι εμείς να μένουμε με το κεφάλι σκυφτό! Καλά τους έκαμες! Σε ζηλεύω!
- Κι εγώ ζηλεύω εσένα, Μιχαήλ! Σε ενέδρα σε έπιασαν! Την λυγεράδα και την τόλμη σου φοβήθηκαν! Και στην δίκη δεν λύγισες, και σκύλιασαν που δεν φανέρωσες τα ονόματα των παλικαριών μας! Σε φοβούνται, μην ξεσηκώσεις κι άλλους!
Οι αιθέριες φωνές τους καλύφθηκαν από βήματα που τράνταζαν το δάπεδο. Οι δήμιοι τους έφθασαν στο κελί. Η αυγή τρύπωνε στην γη. Η κλειδαριά έτριξε. Ο ήλιος κατέβαινε στην Κύπρο. Η πόρτα άνοιξε. Οι ηλιαχτίδες του δεν κατάφεραν να αγγίξουν τις πόλεις και τα χωριά. Όλα πάγωσαν. Η πόρτα του κελιού άνοιξε.
- Θα ανταμώσουμε εκεί ψηλά, στον αθάνατο θρόνο της ελευθερίας. Ζήτω το Ελληνικό Έθνος!
Οι ήρωες μίλησαν με το βλέμμα της καρδιάς και του πνεύματός τους.
Οι δήμιοι έσυραν τα παλικάρια με περιττή βαναυσότητα στην αγχόνη.
Ο ελληνισμός πάγωσε, απανταχού της γης, όταν η ελευθερία απαγχονίστηκε! Όταν οι δυο λεβέντες, ο Μιχαήλ Καραολής και ο Ανδρέας Δημητρίου, έδωσαν την ζωή τους για την πατρίδα. Δήμιοι τους, οι Άγγλοι.
Ήταν 10 του Μάη, 1956.
Και να που το ερώτημα, αγέραστο και βασανιστικό, παραμένει ζωντανό:
Ελευθερώθηκε από τότε μέχρι σήμερα το έθνος των Ελλήνων;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου