Ο τελευταίος πολίτης που εκτελέστηκε στην Ελλάδα: Βασίλης Λυμπέρης, σκότωσε τα παιδιά του, την γυναίκα του και την πεθερά του

16/2/2022

Δεν είναι μόνο η εποχή μας πνιγμένη στο βούρκο των καθαρμάτων που σκοτώνουν βιαίως τα παιδιά και τις γυναίκες τους. Δυστυχώς, η ελληνική κοινωνία είναι γεμάτη με τραγικές ιστορίες, πρωταγωνιστές των οποίων είναι άνδρες. Όπως ο Βασίλης Λυμπέρης, ο τελευταίος άνθρωπος που εκτελέστηκε στην Ελλάδα. Ερωτεύτηκε την Βασιλική, παντρεύτηκαν και τελικά μεταμορφώθηκε ο Λυμπέρης σε ανθρωπόμορφο τέρας. 

Πώς ξεκίνησαν όλα: 

Μέσα σ΄ ένα νοσοκομείο, όπου νοσηλευόταν ο πατέρας του, ο Β.Λυμπέρης γνώρισε την Β. Μάρκου το Πάσχα του 1967(εκεί βρισκόταν και ο δικός της πατέρας). Ο έρωτας που αναπτύχθηκε ανάμεσά τους, οδήγησε στο γάμο, τον οποίο όμως, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν ενέκριναν οι οικογένειές τους.

          Η Βασιλική διηγείται ότι ο άντρας της δεν άργησε να γίνει οξύθυμος, εριστικός, απότομος, παράξενος. Τα σύννεφα βαριά σκίαζαν το γάμο, ο οποίος, κατά τα λεγόμενα του δράστη, καταδικάστηκε σε αποτυχία εξαιτίας της πεθεράς του που επενέβαινε απροκάλυπτα στη ζωή τους.

          Σύννεφα βαριά, φασαρίες, χωρισμός, επανασύνδεση, δυο παιδιά, οικονομικές δυσκολίες και συνεπακόλουθοι διαπληκτισμοί… Όλα αυτά που χαρακτηρίζουν την ατμόσφαιρα πολλών οικογενειών, συνέθεταν και την ατμόσφαιρα της οικογένειας του Λυμπέρη, που υποστήριζε ότι μετά το θάνατο του πεθερού του η κατάσταση είχε γίνει αφόρητη.

          Η Βασιλική διηγείται ότι ο σύζυγός της την απειλούσε, επειδή αρνούταν να πουλήσει την πατρική ακίνητη περιουσία της.

          Ο Λυμπέρης έπαιζε σε χαρτοπαιχτικές λέσχες. Ερωτεύτηκε μια άλλη γυναίκα. Αργότερα, ξαναγύρισε στη Βασιλική.

          Ένα παζλ ανθρώπινων σχέσεων καθόλου πρωτότυπο. Ένα παζλ στο οποίο όμως καμία θέση δεν είχαν τα μικρά αθώα παιδιά τους που τίποτα από όλα αυτά δεν αντιλαμβάνονταν συνειδητά λόγω της τρυφεράδας του μυαλού τους, αυτά τα παιδιά που κανέναν κίνδυνο δεν οσφραίνονταν να τα πλησιάζει απειλητικά λόγω της γλυκάδας της καρδιάς τους. Ήταν μόνο δυο αθώα παιδιά, τότε. Κι έμειναν παιδιά, μέσα στον ανελέητο χρόνο. Είναι παιδιά, ακόμα και σήμερα.

          Τέλος του 1971… Οι τρικυμίες στην προσωπική ζωή του Λυμπέρη είχαν θολώσει ανεπανόρθωτα τη λογική του. Όπως αποκάλυψε ο ίδιος στο Κακουργιοδικείο Αθηνών, ήθελε να εκδικηθεί την πεθερά του, και πίστευε ότι η γυναίκα του, μετά, θα ξαναγύριζε σ΄ αυτόν. Δεν ήθελε να δει την πραγματικότητα, το χάος στη σχέση τους, ούτε καν να παραδεχθεί στον εαυτό του ότι τα δικά του λάθη -απειλές, βία, άλλες γυναίκες- είχαν αποτελειώσει το γάμο του…

          Αρχές του 1972. Μέσα στο μυαλό του είχε φουντώσει η ιδέα να κάψει το σπίτι. 4 προς 5 Ιανουαρίου. Έκανε πράξη την εκδικητική του μανία. Περίπου 24 ώρες μετά, σ΄ ένα δωμάτιο νοσοκομείου, άφησε την ύστατη οργανική πνοή της η γυναίκα του, Β. Μάρκου, αυτή την πνοή που ψυχικά την είχε αφήσει πίσω της, οριστικά, μέσα στο καμένο σπίτι, πλάι στις τελευταίες ανάσες των αγγελουδιών της.

Η μάνα, η μάνα της, και τα δυο αγγελούδια τους. Τι απέμεινε από αυτές τις ανθρώπινες υπάρξεις; Η απάντηση σκληρή, μα πραγματική. Τίποτα δεν απέμεινε, εκτός από κάποιες αράδες, κάποιες κιτρινισμένες σελίδες των εφημερίδων της εποχής ή πιο σύγχρονες του διαδικτύου…

Ας διαβάσουμε τι έγραφε η εφημερίδα Απογευματινή στις 7 Ιανουαρίου του 1972 (από την ιστοσελίδα Εγκλήματα στην Ελλάδα WordPress.com Tag Feed):

«…Αθόρυβα σταμάτησε το μικρό αυτοκίνητο στο χέρσο χωράφι, λίγες εκατοντάδες μέτρα μακρυά από το στόχο. Γύρω επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι. Και μόλις που διέκρινες τα μικρά, φτωχικά σπιτάκια ριζωμένα στην πλαγιά. Οι πόρτες του αυτοκινήτου άνοιξαν και πετάχτηκαν από μέσα 3 πρόσωπα. Έβγαλαν έξω τρία μπιτόνια με βενζίνη και την άδειασαν σε ισάριθμους πλαστικούς κουβάδες: πράσινο, κόκκινο και λευκό. Οι κινήσεις ήταν πάντα αθόρυβες, προσεκτικές. Μέχρι την στιγμή που πλησίασαν στο στόχο, οι δυο από αυτούς άρπαξαν τα 3 δοχεία με τη βενζίνη και προχώρησαν προς το σπίτι. Ο ένας ψηλός και σωματώδης, ο άλλος κοντός και λεπτός. Πίσω τους άφησαν τον τρίτο της παρέας που περίμενε στο ΙΧ για να προσέχει, ίσως, την γύρω περιοχή…»


          Η διαδρομή των δραστών από το αυτοκίνητο έως το σπίτι. Πώς θα μπορούσαν να σκεφτούν ή να νοιώσουν τα δυο αγγελούδια αυτή τη διαδρομή που ακολουθούσε ο ψηλός και σωματώδης, δηλαδή ο πατέρας τους, μαζί με τον Π.Αγγελόπουλο και τον Θ.Καπρέτσο; Δεν μπορούσαν ούτε να σκεφτούν ούτε να προαισθανθούν, ήταν μόνο δύο αθώα παιδιά…


          Ο Β.Λυμπέρης ομολόγησε το έγκλημά του, μίλησε για τα κίνητρά του, ενώ οι άλλοι δύο δράστες έριξαν τις ευθύνες στον πατέρα, στην κακιά ώρα, στο ποτό, στις συγκυρίες… Ήρθαν όλοι αντιμέτωποι με το νόμο, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, την κοινή γνώμη… Ήρθαν όμως αντιμέτωποι με τη συνείδησή τους; Έχουν τέτοιοι άνθρωποι συνείδηση;


          Η δίκη έγινε στο Πενταμελές Εφετείο Αθηνών (Κακουργιοδικείο) 5, 6, 7 Μαΐου 1972. Ο Β. Λυμπέρης και ο Π. Αγγελόπουλος κατηγορούνταν για 4 δολοφονίες εκ προθέσεως ιδιαζόντως ειδεχθείς και διακεκριμένη φθορά δια πυρός. Ο Θ. Καπρέτσος για απλή συνέργια στις δύο ανωτέρω πράξεις και ο Θ. Σταμάτης για υπόθαλψη εγκληματία. (Πηγές, μεταξύ άλλων, Απογευματινή, Ακρόπολις, Έθνος, Ιστορικό Λεύκωμα (1972) της Καθημερινής κλπ).

          Κατά την ακροαματική διαδικασία πολλά και διάφορα ελέχθησαν, και από τις δύο πλευρές, της υπεράσπισης των κατηγορουμένων και από αυτή της κατηγορούσας αρχής.

Για παράδειγμα, ο εισαγγελέας, μεταξύ άλλων, τόνισε: «…ο εγκληματικός χαρακτήρας του Λυμπέρη που προϋπήρχε, τελειοποιήθηκε με την εγκατάστασή του στην πανσιόν της οδού Σωνιέρου και με τον έρωτα του προς τη Μαρία Γκίκα. Δύο, συνεπώς, είναι τα ελατήρια του Λυμπέρη. Να κληρονομήσει τη σύζυγό του και να παντρευτεί τη Μαρία… Το έγκλημα διαπράχθηκε εν γνώσει του Λυμπέρη ότι όλοι βρισκόντουσαν μέσα στο σπίτι. Φρονώ ότι η προμελέτη του εγκλήματος προέκυψε κατά τρόπο σαφή εκ της ακροαματικής διαδικασίας. Για πρώτη φορά στα εγκληματικά χρονικά της χώρας μας, εμφανίζεται έγκλημα τέτοιων διαστάσεων. Και δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί απεχθές…»

Τα λόγια, είτε καταδικαστικά είτε υπεράσπισης, δεν έχουν την παραμικρή σημασία για τα καμένα παιδιά που σάπιζαν μέσα στον τάφο τους! Απλά, εμείς οι ζωντανοί τα έχουμε ανάγκη για να καταφέρουμε να επιβιώσουμε όσο πιο ανώδυνα γίνεται, μετά από μια συμφορά. Και ποια συμφορά είναι μεγαλύτερη για την ανθρωπότητα απ΄ αυτή της δολοφονίας παιδιών;

          Η κοινή γνώμη, συγκλονισμένη από την άγρια δολοφονία, άκουσε το πρωί της 7ης Μαΐου την απόφαση του δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία η ποινή ήταν:

          -Για τον Β. Λυμπέρη «τετράκις εις θάνατον» για τη δολοφονία της γυναίκας, της πεθεράς και των δύο παιδιών του και ποινή φυλάκισης 5 ετών για φθορά ξένης περιουσίας.

          -Στον Π. Αγγελόπουλο ίδιες ποινές.

          -Στον Θ. Καπρέτσο «τετράκις ισόβια κάθειρξη» για τους φόνους και ποινή φυλάκισης 5 ετών για τον εμπρησμό.

          -Και στον Θ. Σταμάτη ποινή φυλάκισης 3 ετών για απόκρυψη της εγκληματικής δράσης των άλλων τριών.

 

          Ο Β. Λυμπέρης εκτελέστηκε.

          Ο Π. Αγγελόπουλος παρέμεινε φυλακισμένος στην Κέρκυρα για 3 χρόνια, κι έπειτα η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη. Στο πρόσωπό του καταργήθηκε η θανατική ποινή στην Ελλάδα. Για 3 χρόνια, όπως μαρτυρεί ο ίδιος, ζούσε με την αγωνία της εκτέλεσης να του τρώει τα σωθικά. Θαρρείς και η δική του μεγάλη αγωνία είχε πια σημασία!...

          Στον Π. Αγγελόπουλο απονεμήθηκε χάρη στα μέσα της δεκαετίας του ΄90. Ενώ οι άλλοι δυο αποφυλακίσθηκαν μερικά μόλις χρόνια μετά το βίαιο θάνατο των αγγελουδιών.

Βέβαια, πριν αφήσει τα εγκόσμια, ο Λυμπέρης, είχε κάτι ακόμα να προσθέσει, μια τελευταία έξτρα πινελιά στο ζοφερό πίνακα που είχε πλάσει με τις πράξεις του. Έστειλε στη μητέρα του την ακόλουθη επιστολή:

          «Αγαπημένη μου μητέρα,

          σε πίκρανα και σε γέμισα πόνο και θλίψη, καθώς και τον πατέρα, τα αδέλφια μου, τον Γιάννη, τη Σοφία, το Φλωράκι και τη νονά. Μητέρα, θα πρέπει να ξέρεις πως βρισκόμαστε στην κοιλιά της Κλαυθμώνος. Κλαυθμυρισμός είναι η πρώτη φωνή την οποία εκβάλλει ο άνθρωπος όταν αφήνει τα μητρικά σπλάχνα και ως ύπαρξις ιδιαιτέρα καταλαμβάνει θέσιν εις τον κόσμον αυτόν.

          Η πείρα της καθημερινής ζωής και η ιστορία της ανθρωπότητας τι άλλο μαρτυρούν παρά το ότι ο πόνος και η θλίψις είναι ο αχώριστος σύντροφος του ανθρώπου επί της γης. Κουράγιο μητέρα και στήριξε την ελπίδα σου στον παρήγορον Ιησούν Χριστόν, όπως την στηρίζω και εγώ. Προσευχήσου όπως προσεύχομαι και εγώ και θυμήσου ότι η Παναγία διήλθε την ψυχικήν ρομφαία, όταν αντίκρισε εις τον Σταυρόν νεκρόν τον Μονογενή Υιόν της. Ευχαριστώ και αναγνωρίζω τον αγώνα που δώσατε όλοι για την δικαίωσιν μου. Μην τρομάζετε με τα λόγια των κριτών μου, γιατί και αυτοί θα κριθούν. Υπεράνω όλων βρίσκεται ο Θεός και Θεού θέλοντος τελείται κάθε απόφαση. Ευχαριστώ και τον υπέροχο κύριο Θεοδώρου (τον συνήγορό του) που έδωσε πραγματική μάχη για μένα και τον θεωρώ νικητή και όχι ηττημένο.

          Και μην ξεχνάς μητέρα, ότι ο Θεός επιτρέπει τον πόνο και την θλίψιν, χαρίζει όμως και υπόσχεται την ελπίδα και υπομονή. Υπομονή, λοιπόν, μητέρα και θα δοξάσουμε όλοι τον Θεό μια μέρα.

                                                                             Βασίλειος Λυμπέρης»

          Τι προσπαθεί να πετύχει μ΄ αυτή την επιστολή;

          Προσπαθεί να προκαλέσει το μητρικό ένστικτο, και να καθησυχάσει εκείνη που του έδωσε ζωή, όχι όμως ζητώντας συγχώρεση για τα εγκλήματά του, παρά προβάλλοντας την προσευχή ως το καταφύγιο που αναζητά, για τον ίδιο και την οικογένειά του, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα δεινά που τους βρήκαν, μετά την καταδικαστική απόφαση. Είναι πεπεισμένος για τη θεϊκή παρέμβαση στη ζωή τους, ενώ δε φαίνεται να έχει μετανιώσει για ό,τι έπραξε.

          Η εγωλατρία του τον οδήγησε στην πιο επαίσχυντη ανθρώπινη πράξη!... Η εγωπάθεια του δεν τον άφηνε, ούτε καν πριν το θάνατό του, να νιώσει λύπη, ενοχή, μεταμέλεια!

Ο Λυμπέρης έδρασε ανενόχλητος τότε, τη δεκαετία του ΄70, και πέθανε εγωτιστής. Μα και σήμερα ακόμη οι δολοφόνοι των παιδιών δρουν ανενόχλητοι, τραγικά ανενόχλητοι, και εγωτιστές.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου