Για την Εθνική Καταστροφή της 17ης Ιουνίου 2018: Ωδή στην Μακεδονία - Ακολουθώντας τα χνάρια του Ομήρου...


15/6/2022

Από τότε, 17 Ιουνίου 2018, το σώμα της διάτρητο, κείτεται ματωμένο...

Ωδή στην Μακεδονία

Ακολουθώντας τα χνάρια του Ομήρου…

 

Παρελθόν και παρόν

1.

Έχει ένα σώμα

ποτισμένο μ΄ αρώματα ελληνικής φυλής

στα πόδια της στηρίζεται

το θάρρος της αλεξανδρινής ζωής,

στο θώρακα, διάφανα θαρρείς,

φύλλα πράξεων ηρωικών

της δωρίζουν τ΄ οξυγόνο των θεών.

 

2.

Σώμα ζηλευτό, απ΄ τον αρχαίο τον καιρό

μισήθηκε από αγύρτη σύγχρονο πολιτικό

που έκανε το μολύβι του

όπλο φονικό,

για να διαπεράσει με αυτό

της γενιάς μας τον ιστό.

 

3.

Κραυγή Ελλήνων τράνταξε

όλον τον κόσμο τον γνωστό

σκοτείνιασε τον ήλιο,

αμέσως, στο λεπτό!

 

4.

Το σώμα της διάτρητο

κείτεται ματωμένο

από εχθρούς

εντός κι εκτός τειχών

με βλέμμα αφηνιασμένο.

 

5.

Οι δολεροί εχθροί

με το μίσος στην ψυχή

καταπνίξαν την κραυγή

κι αφήσανε τους γύπες να ορμήσουν

και την σάρκα λαίμαργα να την ξεσχίσουν.

 

6.

Θρήνος βουβός ξαπλώθηκε γοργά

στων Ελλήνων την καρδιά

μα οι πολιτικοί γελούσανε υστερικά

τρελαμένοι από χαρά

αφού το σώμα το ελληνικό

γινότανε νεκρό.

 

7.Μα ξάφνου οι γύπες σκόρπισαν

και η πληγωμένη σάρκα

ξέβρασε ουρλιαχτό

που τυλίχτηκε από τον χρόνο τον θεϊκό

κι άγγιξε μυθικών ηρώων τον καιρό.

 

8.

Τότε, ο Δυσσέας κοίταξε

την νέα του Ιθάκη

με βλέμμα πονεμένο

και τόξο πυρωμένο.

 

9.Ο Αχιλλέας άρπαξε

τ΄ αθάνατα άρματά του

και πρόσταξε τον Πάτροκλο

να ΄ρθει εκεί σιμά του.

 

10.

Ο Όμηρος τους έβλεπε,

έτοιμους, με το μυαλό και το κορμί,

στην μάχη να ριχτούνε

και στης Μακεδονίας τα βουνά

εχθρούς να κυνηγούνε.

 

11.

Αστραπογέλασε το πρόσωπό του

σαν είδε πως σ΄ αυτών των Ελλήνων την καρδιά

τ΄ Ολύμπου η μαγεία ανθούσε

και τ΄ Αλεξάνδρου η μορφή κυριαρχούσε.

Μα και στου Μεγίστου την ψυχή

σαν αβασίλευτο φως

τούτος ο ποιητής εκατοικούσε.

 

12.

Ο Όμηρος, λοιπόν, περήφανα αγνάντευε

τους αθανάτους ήρωές του

και για άλλη μια φορά

της έμπνευσης η θεά

στάθηκε στο μυαλό του

την πένα του να ορίσει

και νέες πράξεις επικές να εξυμνήσει.

 

13.

Βλέμματα ποιητικά και θεϊκά

βυθίζονταν στο μέλλον

με μια ελπίδα ανοίγοντας πανιά

για να συλλέξουνε εκείνους τους αγώνες

που δίνονταν υπέρ πατρίδος στους επόμενους αιώνες.

 

14.Τ΄αδύνατα θα γίνονταν δυνατά

και η πένα θα έπαιρνε ξανά φωτιά

για ν΄ απαθανατίσει

τις νέες δόξες του Δυσσέα

και τις λαμπρές νίκες του Αχιλλέα.

 

15.Αχόρταγα λοιπόν ο Όμηρος αναζητούσε

στην νέα Ιθάκη την Μακεδονική

ατρόμητους ήρωες να βρει

και με τα παλικάρια του να τους ενώσει,

προκειμένου να συνεχιστεί

των Ελλήνων η αρχέγονη φυλή.

 

16.

«Κάπου εκεί στον μυρωμένο τόπο

θα βρω του Δυσσέα το πυρωμένο όπλο»,

σκέφτηκε με λαχτάρα ο ποιητής

«και θα δω τον Αχιλλέα να ορμά

τούτη την φορά

με την μακεδονική την φορεσιά».

 

17.

Η αγωνία κορυφώθηκε

κι η ανάσα του σκαλώθηκε

στης λύπης τον υγρό τον τόπο

που σχηματίστηκε μες το μυαλό

μα και στον κόσμο τον μαύρο κι υπαρκτό.

 

18.

Η θεά της έμπνευσης ταράχτηκε

γιατί στο ύφος του Ομήρου

διάβαζε σημάδια απογοήτευσης οικτρά

που του ματώναν την καρδιά

και του κλέβαν την λαλιά.

 

19.

Το πολυμήχανο μυαλό

ράγισε στα δυο

από των κατοπινών τις λέξεις τις φρικτές

και τις πράξεις τις αμαρτωλές

που βεβηλώσανε την μακεδονική την φορεσιά

και του έθνους την αρματωσιά.

 

20.

Μα και στου Αλεξάνδρου το στερνό το προσκεφάλι

ξεσκισμένες βρεθήκανε οι σελίδες

που γραφτήκανε από την ψυχή του ποιητή,

του άφθαστου αυτού Έλληνα ταξιδευτή.

 

21.

Οργή αγριοτάραξε το αίμα του

και θαλάσσιο τέρας στις φλέβες του

έγινε ο θυμός,

όταν είδε ολοκάθαρα μπροστά του

κείνους κει τους Έλληνες

να παραδίδουν σε σλάβους με μια υπογραφή

γλώσσα και ιστορία μακεδονική.

 

22.

Ωιμέ κι αλίμονο,

από το χαμόγελο και το μελάνι

των δυο τρισαθλίων αρχηγών

και των αχρείων αυλικών τους,

ο αέρας έγινε σάβανο,

ποτάμια, λίμνες και βουνά

ραγίσαν και θρηνήσαν,

οι Μακεδονομάχοι ντροπιασμένοι εσιγήσαν

και οι πατριώτες περιφρονημένοι,

απαξιωμένοι και συντετριμμένοι,

σε γήινη κόλαση

βρεθήκανε κλεισμένοι.


Μέλλον και παρελθόν θα υπάρχουν;

23.

«Με ιερόδουλες πολιτικές

εκμαυλίζετε του έθνους μας τις προσταγές»,

ζωγράφισε τις λέξεις στον πάπυρο επάνω

ο κουρασμένος κι αποκαρδιωμένος ποιητής

έτοιμος ν΄ αποτελειώσει των ηρώων την πνοή

και της Μακεδονίας την ελληνική ζωή.

 

24.

«Μήπως στην ανυπαρξία μου να βυθιστώ

κι όλους τους ανάξιους του νέου εκείνου αιώνα

να απαρνηθώ; Που το λάδι, το σιτάρι

και τον βασιλικό πολτό

τα μετατρέψανε σε δηλητήριο για τον λαό;»

Αναρωτήθηκε ο αρχαίος Έλληνας σοφός

εμπύρετος και μελαγχολικός.

 

25.

Και τότε, της θεάς έμπνευσης ο αλαλαγμός

έγινε βαθύς καημός.

 

26.

«Αν αφεθείς και στα σύμπαντα χαθείς,

πριν καν διάδοχό σου να ορίσεις,

νέα Ατλαντίδα Μακεδονική

βίαια θα ταλανίσει την ελληνική ζωή

που διά παντός θ΄ αφανιστεί».

 

27.Στα λόγια αυτά τα θεϊκά

ο πόνος έγινε ουρλιαχτό

μα ταυτοχρόνως αρχέγονος θυμός

απλώθηκε σαν πυρετός

που έκαψε στου ποιητή τα σωθικά

την αδιέξοδη απελπισιά.

 

28.

«Γράψε», του πρόσταξε η μοίρα

που φορούσε αστραφτερή χλαμύδα,

«πως το σώμα το αρωματισμένο

με πευκόφυλλο μακεδονικό

και μύρο αλεξανδρινό

ήταν και θα είναι ελληνικό».

 

29.

«Ύψωσε την φωνή σου», πείσμωσε η μοίρα

με τον ήλιο της Βεργίνας στα μαλλιά,

«για να μεταφέρεις

τις Ολύμπιες εντολές

σαν θεϊκό οξυγόνο

στων Ελλήνων τις καρδιές».

 

30.

«Ύμνησε», διέταξε η μοίρα

που στα μάτια της έπλεε

του Αχιλλέα η ατρόμητη κορμοστασιά,

«εκείνων των λίγων Ελλήνων

την απαράμιλλη πατριωτική περπατησιά

μέσα στης προδοσίας τα λιγδιασμένα τα νερά».

 

31.

«Περιφρονημένοι εκείνοι οι Έλληνες

από όντα πολιτικά

και γραφιάδες με εθνικό ύψος μια σταλιά,

να χαθούν κι αυτοί λοιπόν,

που είναι της Μακεδονίας το φως

και της Ελλάδος ο βράχος ο ηθικός;

Αν αυτό γίνει πράξη,

αλίμονο, η πατρίδα σου, πάει, εχάθη!»

Ακούστηκε στα πέρατα της γης

της μοίρας η φωνή

στεντόρεια, καθάρια, μαγική.

 

32.

Και τότε από τα βλέφαρα τα κλειστά τα ομηρικά

κυλήσανε δάκρυα μ΄ ορμή

στην βασανισμένη του ψυχή

για να την καθαρίσουν από τις κοπριές των προδοτών

και τις απατεωνιές των αυλικών.

Απελευθερωμένο, έτσι, το πνεύμα

άρχισε σαν άχρονο καράβι να κυλά

στου Ελληνισμού τα αθάνατα νερά

απ΄ όπου ανάβλυσε ξανά

του Αλεξάνδρου η φλογερή λαλιά:

33.

«Μήτε στον θάνατο υπάρχει τέλος

μήτε στην προδοσία!

Ωστόσο, στον μυστικό μου τάφο στέκει λυτρωτής

ως άχραντο μακεδονικό σπαθί

κάποιων Ελλήνων το αγέννητο ακόμα το παιδί». 

Νίκη Μάρκου 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου