Πώς ο Νικηφόρος Φωκάς ελευθέρωσε την Κρήτη από τους Σαρακηνούς κι έπιασε αιχμάλωτο και τον Έλληνα προδότη (2)


29/3/2023

Σκληρή η περιγραφή της μάχης κατά των Σαρακηνών, αλλά ο πόλεμος δεν ήταν (και δεν είναι ποτέ) περίπατος -  Πώς ο Νικηφόρος Φωκάς νίκησε τους πειρατές κι έπιασε αιχμαλώτους και τον εμίρη της Κρήτης και τον Έλληνα προδότη. 

Το πρώτο μέρος του άρθρου αυτού μπορείτε να το διαβάσετε εδώ

Με το σούρουπο ξεκινάει ο στρατός σιγά σιγά. Με το φεγγαρόφωτο πλησιάζουνε και κυκλώνουνε την περιοχή. Βλέπει κανείς στον ουρανό το περίγραμμα του στρατοπέδου, τους φρουρούς που δεν περιμένουνε επίθεση κι έχουν αποκοιμηθεί. Και ξάφνου σάλπιγγες ηχούν, κέρατα του ιππικού, κι οι Σαρακηνοί ξυπνούν τρομαγμένοι, βγαίνουν από τις σκηνές και πέφτουν πάνω στα σπαθιά των στρατιωτών του Νικηφόρου. Πάνε να αμυνθούν, μα είναι άοπλοι, ενώ οι άλλοι θωρακοφόροι. Κι έτσι σε μια νύκτα μακελλεύτηκαν όλοι οι Σαρακηνοί. Σαράντα χιλιάδες, λένε. 

Διάταγμα βγάζει ο Φωκάς πως δίνει ένα νόμισμα ασημένιο σ΄ όποιον του φέρει κεφάλι Σαρακηνού στο στρατόπεδο. Οι Αρμένιοι με ιδιαίτερη επιμέλεια επιδίδονται στο έργο. Το άλλο πρωί με καταπέλτες ρίχνει τα κεφάλια μέσα στην πόλη, ενώ άλλα, μπηγμένα πάνω σε δόρατα, τα στήνει πάνω στον δικό του περίβολο. Ο θρήνος των Σαρακηνών, που βλέπανε πρόσωπα γνωστά κι αγαπημένα ουρανοκατέβατα να έρχονται στο κάστρο, υψώνεται και σφίγγει την καρδιά του ανθρώπου. Σύγκαιρα τα βούκινα στριγγά ηχούν και οι Βυζαντινοί χύνονται για το τείχος. Η μάχη αρχίζει σκληρή, μα η επίθεση αποκρούεται. Γιατί ήτανε το φρούριο πολύ γερό, χτισμένο με χώμα και τρίχες γουρουνιού και κατσικίσιες, παχύ που να περνάνε άνετα στην κορυφή του δυο αμάξια κι είχε μπροστά δυο τάφρους να δυσκολεύουν την επίθεση. Έτσι βλέπει ο Νικηφόρος πως τζάμπα σπαταλάει αίμα και δυνάμεις. Μαζεύει πίσω το στρατό και σφίγγει τον αποκλεισμό. Θα τους νικήσει με την πείνα, λέει. Περνάει λοιπόν έτσι το χειμώνα με ακροβολισμούς, επιδρομές και γυμνάσια. 

Την άνοιξη του 961, ένα ωραίο γλυκό πρωϊνό οι σάλπιγγες εσήμαναν και πάλι γενική επίθεση. Οι στρατιώτες στις θέσεις τους κινάνε σιγά σιγά, με τις ασπίδες σηκωμένες να φυλάγονται απ΄ τα βέλη, σέρνοντας σκάλες και πολιορκητικούς κριούς. Οι Σαρακηνοί από ψηλά ρίχνουνε βέλη, πέτρες, ό,τι τους βρεθεί, μα οι πολιορκητές προχωρούνε κιόλας στις πύλες και σε μερικές μεριές του τείχους ακούγεται ο βόγγος του κριού που σφυροκοπάει. Σ΄ άλλες μεριές σκάλες πάνε να ανεβάσουν οι Βυζαντινοί, κι οι άλλοι από πάνω τις αναποδογυρίζουνε. Μακελειό μεγάλο. 

Κάτι όμως ξεχωριστό είχε για σήμερα ετοιμάσει ο δομέστικος. Όλο το χειμώνα τεχνίτες ειδικοί σκάβανε λαγούμι. Η πέτρα ήταν μαλακή, και γρήγορα φτάσαν κάτω απ΄ το κάστρο στερεώνοντας τη στοά με δοκάρια χοντρά. Σήμερα, λοιπόν, την ημέρα της επίθεσης, βάζουνε φωτιά μέσα στο λαγούμι και να! δύο πύργοι και το τείχος ανάμεσά τους αρχίζουν να γλυστράνε και σύντομα σωριάζονται κάτω αφήνοντας ένα μεγάλο χάσμα στο κάστρο. Δέος κατέχει τους Σαρακηνούς. Μα γρήγορα, βλέποντας το στρατό των χριστιανών να μπαίνει, με τα κορμιά τους τρέξαν να τειχίσουνε την πόλη. Μια σύγκρουση σκληρή μα σύντομη δόθηκε στο γκρεμισμένο τείχος, και σε λιγάκι ξεχύνονται οι Βυζαντινοί μέσα στο χάντακα  σκοτώνοντας, αιχμαλωτίζοντας, λεηλατώντας. Έτρεξε κι ο Φωκάς να πει στους στρατιώτες να μη σφάζουνε όποιον πετάει τα όπλα. 

Η κατάληψη του υπόλοιπου νησιού ήταν παιχνίδι. Γκρέμισε το Χάνδακα και χτίζει μια νέα πόλη, το Τέμενος. Αφού λοιπόν έφερε Έλληνες και Αρμένιους για να πυκνώσει τον χριστιανικό πληθυσμό του νησιού, μαζεύει στρατό και λάφυρα και πίσω για την Βασιλεύουσα. 

Να κάνει οι νικητής στρατηγός θρίαμβο ήταν συνήθεια παλιά, απ΄ τους Ρωμαίους. Μα κι οι πιο γέροι δεν θυμόντουσαν ποτέ θρίαμβο σαν του Φωκά. Πλήθος οι αιχμάλωτοι, πρώτος πρώτος ο εμίρης της Κρήτης Άμπτ ελ Αζήζ ελ Κορτομπί κι ο Έλληνας υπαρχηγός του Ανεμάς. Βοά ο κόσμος στον ιππόδρομο σαν μπαίνουν οι νικημένοι αιχμάλωτοι, θαυμάζει σαν άφθονο χρυσάφι και ασήμι και πολύτιμα πετράδια, θησαυροί που τους μάζευαν οι πειρατές εκατόν πενήντα χρόνια, μπαίνουν φορτώματα ολόκληρα. Τον πιάνει (τον κόσμο) παραλήρημα σαν εμφανίζεται ο Νικηφόρος καβαλλάρης να πάει να προσκυνήσει τον αυτοκράτορα. Δεν πήρε παραπάνω τίτλους με τη νίκη του αυτή ο Νικηφόρος. Κατόρθωσε όμως κάτι που φαινόταν ακατόρθωτο κι έτσι έπαψε να είναι αξιωματούχος απλός. Άρχισε να γίνεται σύμβολο εθνικό, ημίθεος που ζούσε για να μεγαλώσει το κράτος...  Συνεχίζεται.

Πηγή: Νικηφόρος Φωκάς, Ο Ασκητής Πολέμαρχος, Νίκου Πέππα - Ιστορικού, εκδ. οίκος ΑΦΩΝ ΚΟΤΖΙΑ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου