24 Ιουλίου 1879, πέθανε ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης: Δεν αντέχει την σκλαβιά και φωνάζει, Ελλάς ανάστα!


 24/7/20232

Έλληνες που φοβάστε, αφορισμένοι να ΄στε!... Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης

γεννημένος στην Αγία Μαύρα Λευκάδας τον Ιούνιο του 1824, άφησε την ύστατη πνοή του, προδομένος από την καρδιά του, στις 24 Ιουλίου του 1879.

Πληροφορίες για τον ποιητή διαβάζουμε και στην wikipedia, όπου με έντεχνο και πλάγιο τρόπο, κατηγορείται ο ποιητής για μεγαλοϊδεατισμό! Διαβάζουμε: Τα γνωρίσματα του ποιητικού του έργου ήταν: ο πραγματισμός, η αφηγηματικότητα, η ιστορική, εθνοκεντρική, πατριδολατρική και λανθανόντως μεγαλοϊδεατική θεματική

Ωστόσο, ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης ένα ήθελε: Με τις λέξεις του να υπηρετήσει την Ελλάδα, την Ελευθερία της, τους ήρωες που αγωνίστηκαν για την πολύπαθη πατρίδα μας. Ποιοι είμαστε τάχα εμείς οι κατοπινοί, οι βολεψιάρηδες της εφήμερης καταναλωτικής λαίλαπας, που θα κρίνουμε την ψυχή και το πνεύμα αυτού του ποιητή που έγραψε τον παρακάτω ύμνο για την Ελλάδα:

Εὐαγγελισμός - Ἑλληνισμός

Μὲ μιᾶς ἀνοίγει ὁ οὐρανός, τὰ σύγνεφα μεριάζουν,
οἱ κόσμοι ἐμείνανε βουβοί, παράλυτοι κοιτάζουν.
Μία φλόγα ἀστράφτει... ἀκούονται ψαλμοὶ καὶ μελῳδία...
Πετάει ἕν᾿ ἄστρο... σταματᾶ ἐμπρὸς εἰς τὴ Μαρία...
«Χαῖρε τῆς λέει ἀειπάρθενε, εὐλογημένη χαῖρε!
Ὁ Κύριός μου εἶναι μὲ σέ. Χαῖρε Μαρία, Χαῖρε!»

Ἐπέρασαν χρόνοι πολλοί... Μία μέρα σὰν ἐκείνη
ἀστράφτει πάλι ὁ οὐρανός... Στὴν ἔρμη της τὴν κλίνη
λησμονημένη, ὁλόρφανη, χλωμὴ κι ἀπελπισμένη,
μία κόρη πάντα τήκεται, στενάζει ἁλυσωμένη.
Τὰ σιδερὰ εἶναι ἀτάραγα, σκοτάδι ὁλόγυρά της.
Ἡ καταφρόνια, ἡ δυστυχιὰ σέπουν τὰ κόκαλά της.
Τρέμει μὲ μιᾶς ἡ φυλακὴ καὶ διάπλατη ἡ θυρίδα
φέγγει κι ἀφήνει καὶ περνᾶ ἕν᾿ ἄστρο, μίαν ἀχτίδα.
Ὁ Ἄγγελος ἐστάθηκε, διπλώνει τὰ φτερά του...

«Ξύπνα, ταράζου, μὴ φοβοῦ, χαῖρε, Παρθένε, χαῖρε.
Ὁ Κύριός μου εἶναι μὲ σέ, Ἑλλὰς ἀνάστα, χαῖρε».

Οἱ τοῖχοι εὐθὺς σωριάζονται. Ἡ μαύρ᾿ ἡ πεθαμένη
νοιώθει τὰ πόδια φτερωτά. Στὴ μέση της δεμένη
χτυπάει ἡ σπάθα φοβερή. Τὸ κάθε πάτημά της
ἀνοίγει μνῆμ᾿ ἀχόρταγο. Ρωτᾶ γιὰ τὰ παιδιά της...
Κανεὶς δὲν ἀποκρένεται... Βγαίνει, πετᾶ στὰ ὄρη...
Λιώνουν τὰ χιόνια ὅθε διαβεῖ, ὅθε περάσει ἡ Κόρη.

«Ξυπνᾶτε ἐσεῖς ποὺ κοίτεστε, ξυπνᾶτε ὅσοι κοιμᾶστε,
τὸ θάνατο ὅσοι ἐγεύτητε, τώρα ζωὴ χορτάστε».

Οἱ χρόνοι φεύγουνε, πετοῦν καὶ πάντα ἐκείνη ἡ μέρα
εἶναι γραμμένο ἐκεῖ ψηλὰ νὰ λάμπει στὸν αἰθέρα
μ᾿ ὅλα τὰ κάλλη τ᾿ οὐρανοῦ. Στολίζεται ὅλη ἡ φύση
μὲ χίλια μύρια λούλουδα γιὰ νὰ τὴ χαιρετήσει.
Γιορτάστε την, γιορτάστε την. Καθεὶς ἂς μεταλάβει
ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καὶ σεῖς καὶ σεῖς οἱ σκλάβοι,
ὅσοι τὴ δάφνη στὴ καρδιὰ νὰ φέρετε φοβᾶστε,
ἀφορεσμένοι νἆστε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου