7 Ιουνίου 1824, το Ολοκαύτωμα της Κάσου και ο βρώμικος ρόλος του Κουντουριώτη και του προδότη Ζαχαριά

 

 7/6/2024

Ο ηρωικός θάνατος του πλοιάρχου Μάρκου Μαλλιαράκη, και γιατί, μετά το Ολοκαύτωμα της Κάσου,  ο Γάλλος ναύαρχος Δεριγνύ είπε εκνευρισμένος στον Αιγύπτιο πλοίαρχο: Αγαπητέ μου, δεν έκανες τίποτα σπουδαίο. Οι Έλληνες θα επανέλθουν και θα αναγεννηθούν από τις στάχτες τους, όπως ο μυθικός Φοίνιξ της Ελληνικής μυθολογίας...

Στις 14 Μαΐου 1824, αιγυπτιακά πολεμικά πλοία απέπλευσαν από την Αλεξάνδρεια και ενώθηκαν με τον στολίσκο του Γιβραλτάρη, στον κόλπο της Σούδας. Κατόπιν έπλευσαν προς την Κάσο, κανονιοβόλησαν τις οχυρώσεις της και επέστρεψαν άπρακτα. Οι Κασιώτες, διαβλέποντας τον άμεσο κίνδυνο, έστειλαν δεκάδες επιστολές στην Ελληνική κυβέρνηση του Κουντουριώτη, του Κωλέττη και του Μαυροκορδάτου, εκλιπαρώντας για βοήθεια...

«Σεβαστή Διοίκησις,


Μέ μέγιστην βίαν, γράφομεν όλοι οι ομογενείς κάτοικοι τής νήσου Κάσσου, κλαιόμενοι εις τήν Σεβαστήν Διοίκησιν, ειδοποιούντες τήν υμετέραν κορυφήν, ότι τρείς ημέρας έχει σήμερον ο αιγυπτιακός στόλος όπου έχει πλόκον τήν νήσον ημών, καθ’ όλα τά μέρη, μάλιστα τήν ημέραν τής Αναλήψεως μάς έκαμε καί ένα φοβερόν πόλεμον, πλήν, χάριτι θεία, δέν εβλάφθη ουδείς τών Χριστιανών. Λοιπόν παρακαλούμεν τήν Σεβαστήν ημών Διοίκησιν καί μητέρα νά μάς προφθάση βοήθειαν θαλάσσιον καί λοιπά, δι’ όνομα καί αγάπην Θεού, κάμετε έλεος διά ημάς τούς κατοίκους τής νήσου Κάσσου, επειδή καί η γενναιότης καί μεγαλοψυχία ημών είναι μέν πρόθυμοι, όμως κατά τήν θαλάσσιον δύναμιν πολύ σάς παρακαλούμεν νά μάς προφθάσετε.
Η κατάστασις τής αιγυπτιακής αρμάδας έχει ούτως. Έχει φρεγάτας τέσσαρας, καί μία όπου απέρασεν εις Ρόδον, από ιμβρίκια δέκα, καί από μικρά πλοία, γαλλιώτες, δέκα. Ταύτα ιδεάζοντες τήν Σεβαστήν καί Υπερτάτην ημών Διοίκησιν τήν παρακαλούμεν μετά δακρύων, αμέσως καί χωρίς αναβολήν καιρού νά μάς προφθάσετε εις τήν άνωθεν θαλάσσιον δύναμιν. Έτι παρακαλούμεν εις μπαρούτια καί εις βόλια, από μίαν, ή δύο, έως τριών οκάδων τό βάρος. Ταύτα αύθις παρακαλούντες μένομεν καί υπογραφόμενοι.


Εκ Κάσσου, τώ αωκδ’ (1824) τή 17 Μαΐου
Όλοι οι κάτοικοι τής νήσου Κάσσου».


Οι “εκλαμπρότατοι” καί η “Σεβαστή Διοίκησις” όμως ήταν απασχολημένοι με τον εμφύλιο πόλεμο και την εξόντωση των οπλαρχηγών της Πελοποννήσου. Δεν τους περίσσευαν χρήματα για να σωθεί η Κάσος. Ο Κουντουριώτης, ο οποίος ήταν υποχείριο του Κωλέττη καί σκορπούσε τις λίρες του αγγλικού δανείου δεξιά και αριστερά, στήν επιστολή του προς τους άτυχους κατοίκους της Κάσου απάντησε ότι … δεν υπάρχουν λεφτά για τον Ελληνικό στόλο και απορούσε για τον λόγο για τον οποίο οι Κασιώτες δεν είχαν πολεμοφόδια.

«Η Διοίκησις, ως κοινή μήτηρ, δέν θέλει αδιαφορήσει καί εις τάς πολεμικάς χρείας, καί φθάσαντος τού δανείου θέλει σάς οικονομίσει αναλόγως. Τά πολεμικά πλοία εξ Ύδρας καί Σπετσών δέν εκπλέουσιν ακόμη εξ αιτίας όπου τό ταμείον δέν έχει χρήματα νά πληρώσει τούς ναύτας, άμα όμως φθάσουν τά χρήματα καί πληρωθούν οι ναύται θέλουν έβγει ευθύς επειδή είναι έτοιμα.


Απορεί η Διοίκησις παρατηρούσα ότι έχετε έλλειψιν εφοδίων, ενώ ειξεύρει ότι καί πρότερον ήσθε εφωδιασμένοι από αυτά καί τελευταίον λαβόντες τά όσα εκ Κρήτης έφθασαν αυτόθι, εφοδιασθήτε έτι μάλλον τούτο. Αν ο εχθρικός στόλος αποτολμήση νά πλησιάση εις τήν νήσον ταύτην καί νά φροντίση νά κάμη έφοδον, η Διοίκησις γνωρίζουσα τήν γενναιότητά σας καί τήν απόφασίν σας νά θυσιασθήτε πάντες υπέρ πίστεως καί πατρίδος, πληροφορηθείσα ότι καί αρκετά ξένα άρματα ευρίσκονται εις τήν νήσον σας είναι βεβαία ότι θέλετε δώσει τρόμον εις τόν εχθρόν.


Εν Μύλοις Ναυπλίου τή 27 Μαΐου 1824
Ο Πρόεδρος
Γεώργιος Κουντουριώτης»


Στα τέλη Μαΐου τού 1824, εμφανίστηκαν μπροστά στην Κάσο 45 πλοία πού μετέφεραν 4000 άνδρες με αρχηγό τον ίδιο τον Χουσεΐν μπέη, που είχε πνίξει στο αίμα την επανάσταση στην Κρήτη! Τα οθωμανικά πλοία αγκυροβόλησαν κοντά στο νησάκι της Μακρίας και επί δύο ημέρες κανονιοβολούσαν χωρίς αποτέλεσμα την Αγία Μαρίνα, όπου ήταν συγκεντρωμένη η μεγαλύτερη δύναμη των Ελλήνων. Οι έμπειροι Κασιώτες απαντούσαν με εύστοχους κανονιοβολισμούς. Περίπου 4000 βόμβες έπεσαν στο νησί από τα δεκάδες κανόνια των πολεμικών πλοίων των Οθωμανών!


Την νύχτα τής 6ης Ιουνίου 1824, αποσπάστηκαν από την κύρια δύναμη τού εχθρικού στόλου, 25 βάρκες υπό τον χιλίαρχο Μουσά, οι οποίες κατευθύνθηκαν χωρίς να γίνουν αντιληπτές προς την θέση Αντιπέρατος, νοτίως της Αγίας Μαρίνας. Οδηγό τους είχαν έναν Κασιώτη προδότη, ονόματι Ζαχαριά! Οι μωαμεθανοί στρατιώτες σκότωσαν τους έξι αμέριμνους φρουρούς και κατευθύνθηκαν στις πλάτες των Ελλήνων, οι οποίοι είχαν την προσοχή τους στην κύρια δύναμη του στόλου που βομβάρδιζε ανηλεώς ώστε να τους αποσπάσει την προσοχή από την ομάδα που επιχείρησε την απόβαση!

Το ξημέρωμα της 7ης Ιουνίου 1824 βρήκε τούς Κασιώτες τρομοκρατημένους. Έβλεπαν πίσω τους τα τούρκικα μπαϊράκια και τα τέσσερα χωριά τους πατημένα από το πόδι των Αγαρηνών. Η μάχη είχε πλέον χαθεί και όλοι οι Κασιώτες διέλυσαν τις γραμμές για να τρέξουν να σώσουν τις οικογένειές τους.

Οι μουσουλμάνοι άρχισαν το σύνηθες έργο της σφαγής, της λεηλασίας, των βιασμών και των βασανιστηρίων. Τα κεφάλια πήγαιναν με τη σωρό στον Χουσεΐν μπέη για να στήσει την πυραμίδα του και να ανταμείψει με γρόσια τούς “γενναίους” πολεμιστές του Αλλάχ.

Ένας από τους πλοιάρχους της Κάσου, ο Μάρκος Μαλλιαράκης, που ξεχώριζε για την ανδρεία του, δικαίωσε μετά από λίγο τη φήμη του. Μέσα στη γενική απελπισία, μάζεψε μερικούς συντρόφους του και πολέμησε μέχρι τέλους τους εισβολείς. Λέγεται ότι σκότωσε μόνος του περισσότερους από τριάντα τούρκους. Τελικά όμως πιάστηκε αιχμάλωτος και οδηγήθηκε στον Χουσεΐν μπέη. Ούτε εκεί λύγισε και αφού έσπασε τα δεσμά του, άρπαξε το μαχαίρι από τη ζώνη ενός Οθωμανού, σκότωσε άλλους δύο για να βρεί ηρωϊκό θάνατο κατατρυπημένος από τα κτυπήματα των μαχαιριών των υπόλοιπων τούρκων.


Ο Μάρκος Μαλλιαράκης, γνωστός και σαν Διακομάρκος, ήταν από τους πρώτους καραβοκύρηδες που εξόπλισε το μπριγαντίνι του “Λεωνίδας”, για να σηκώσει το λάβαρο της επανάστασης στην Κάσο τον Απρίλιο του 1821. Τον Ιούνιο του 1821, είχε βοηθήσει με δικά του εφόδια και έξοδα τους Κρητικούς, ενώ στις 28 Ιουλίου είχε ενωθεί με τον Ελληνικό στόλο και είχε επιτεθεί στον εχθρό που έπλεε κοντά στην Κώ. Το 1823 διορίστηκε έπαρχος και οργάνωσε αποτελεσματικά τη διοίκηση και την άμυνα του νησιού. Αντιπροσώπευσε την Κάσο στην Β’ Εθνοσυνέλευση του Άστρους Κυνουρίας, το 1823.

Ύστερα από τις σφαγές, η Κάσος των 7000 κατοίκων ερήμωσε. Το νησί γέμισε από τα κουφάρια των ανθρώπων που κάποτε το κατοικούσαν και του έδιναν ζωή. Οι όμορφες γυναίκες με τα παιδιά τους γλύτωσαν την ζωή τους, αφού οι Τουρκοαιγύπτιοι τις μετέφεραν για να τις πουλήσουν στα σκλαβοπάζαρα της Αλεξάνδρειας. Ο Γιβραλτάρ, όμως που ήθελε πληρώματα για τα πλοία του, υποσχέθηκε στους επιζήσαντες άνδρες ότι θα τους ελευθέρωνε τις οικογένειες εάν αυτοί επάνδρωναν τα πλοία του. Δυστυχώς, πολλοί ήταν εκείνοι που τον πίστεψαν και μπήκαν στην υπηρεσία του Αιγύπτιου ναυάρχου, χωρίς φυσικά να δουν ποτέ τα αγαπημένα τους πρόσωπα, που ήδη είχαν πουληθεί και διασκορπιστεί στις εσχατιές των μουσουλμανικών χωρών.

 

 Ο Γιβραλτάρ, όταν μετά από λίγο καιρό συνάντησε τον Γάλλο ναύαρχο Δεριγνύ, του είπε κομπάζοντας: “Η Κάσος σβήστηκε από τον χάρτη. Δεν αφήσαμε ούτε ρουθούνι ζωντανό…” Ο Γάλλος, προφανώς εκνευρισμένος με την αλαζονεία τού μουσουλμάνου, τού απάντησε: “Αγαπητέ μου, δεν έκανες τίποτα σπουδαίο. Οι Έλληνες θα επανέλθουν και θα αναγεννηθούν από τις στάχτες τους, όπως ο μυθικός Φοίνιξ της Ελληνικής μυθολογίας.” Πηγή: Περί Πάτρης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου