Υρνηθώ και Δηιφόντης, τους ένωνε δυνατή αγάπη: Μια βασιλική ιστορία με τραγικό τέλος

Τόσο ο Διηφόντης όσο και η Υρνηθώ ήταν απόγονοι του Ηρακλή

23/8/2024

Μέσα στους "μύθους" κρύβονται οι μεγαλύτερες και τραγικότερες αλήθειες: Μέχρι που μπορούν να φτάσουν τα αδέρφια αναμεταξύ τους για την εξουσία και το χρήμα!...

Ο Ηρακλείδης Δηιφόντης ήταν γιος του Αντιμάχου και δισέγγονος του Ηρακλή, σύζυγος της Υρνηθούς, κόρης του βασιλιά του Άργους Τημένου. Ο Τήμενος τον έκανε στρατηγό και σύμβουλό του σε όλες τις πολεμικές του επιχειρήσεις, αντί των γιων του, ενώ τον προόριζε και για διάδοχό του στον θρόνο [1]. Αυτό κίνησε το φθόνο των γιων του Τημένου, οι οποίοι προσπάθησαν να δολοφονήσουν τον πατέρα τους. Ο Τήμενος όμως δεν πέθανε αμέσως, αποκλήρωσε τους γιους του και έδωσε το βασίλειό του στον Δηιφόντη [2]. Παρ’ όλα αυτά κατόρθωσαν να γυρίσουν και να ξαναποκτήσουν το θρόνο του Άργους,  ενώ ο Δηιφόντης με τη γυναίκα του κατέφυγαν στην Επίδαυρο, αφού ο Πιτυρέας, τελευταίος βασιλιάς του τόπου, παρέδωσε χωρίς μάχη τη χώρα στον Δηιφόντη και τους Αργείους. Οι Αργείοι τότε χωρίστηκαν στα δύο, γιατί ο στρατός προτιμούσε τον Δηιφόντη και την Υρνηθώ από τους γιους του Τημένου.      

Ο Κείσος, και οι άλλοι γιοι του Τημένου θέλησαν να πείσουν την αδελφή τους Υρνηθώ να εγκαταλείψει τον άνδρα της. Όταν έφτασαν στην Επίδαυρο έστειλαν κήρυκα στην αδελφή τους πως θέλουν να της μιλήσουν. Τότε άρχισαν να κατηγορούν τον Δηιφόντη και να την παρακαλούν να γυρίσει στο Άργος, υποσχόμενοι ότι θα της δώσουν σύζυγο πολύ καλύτερο που να είναι άρχοντας σε μεγαλύτερο και ευτυχέστερο τόπο. Εκείνη αρνήθηκε, αποκαλώντας τους πατροκτόνους [3] έτσι την άρπαξαν με τη βία, ο Δηιφόντης τους καταδίωξε και σκότωσε τον Κερύνη, οι υπόλοιποι θανάτωσαν την Υρνηθώ.

Οι Ε­πι­δαύ­ρι­οι την ­τίμησαν και την έθαψαν εκεί, ιδρύοντας ηρώο*. Οι Αρ­γεί­οι αργότερα τη ­λάτρευσαν και ίδρυσαν και αυτοί κενοτάφιο. Προς τιμή της Υρ­νη­θούς ονομάστηκε «Υρ­νη­θίς ή Υρ­νη­θία» μία από τις τέσσερες Δωρικές φυλές του Άρ­γους. Κατά τον Πο­λύ­αι­νο ο Δηι­φόν­της ­βο­ή­θ­η­σε τους Δω­ρι­είς στην κατάληψη πολλών κτήσεων του Άρ­γους.

Η Υρνηθώ και ο Δηιφόντης απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Αντιμένη, τον Ξάνθιππο, τον Αργείο και την Ορσοβία. (Παυσ. Β, 28, 6). Μετά τον Δηι­φόν­τη, ανήλθε στο θρόνο του Άρ­γους, ο Κεί­σος, γιος του Τη­μέ­νου.

 * Υπάρχει και άλλη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία εκεί που πέθανε η Υρνηθώ, η οποία ήταν έγκυος, ο Δηιφόντης της έφτιαξε Ηρώο, και ο τόπος ονομάσθηκε Υρνήθιον χωρίον.


Υποσημειώσεις


 

[1] «Τή­με­νος δέ ἐκ μέν το­ῦ φα­νε­ροῦ Δη­ϊ­φόν­τη τῷ Ἀν­τι­μά­χου το­ῦ Θρα­συ­ά­νο­ρος το­ῦ Κτη­σὶπ­που το­ῦ Ἠ­ρα­κλὲ­ους στρα­τηγῷ πρός τάς μά­χας ἐ­χρή­σα­το ἀν­τὶ τῶν υἱ­­ῶν καὶ σύμ­βου­λον ἐς πάν­τα εἶ­χεν, ἅ­τε αὐ­τὸν τε ἐ­κεῖ­νον πε­ποι­η­μέ­νος πρὸ­τε­ρον ἔ­τι γαμ­βρὸν καὶ τῶν παὶδων ἀ­ρε­σκό­με­νος τῷ Ὑρ­νη­θοῖ μά­λι­στα, ὑ­πο­πτεύ­ε­το δέ ἤ­δη καὶ τήν βα­σι­λεί­αν ἐς ἐ­κείνην καὶ Δη­ϊ­φόν­την τρέ­πειν. Ἐ­πε­βου­λεύ­θ­η δέ τού­των ἕ­νε­κα ὑ­πὸ τῶν υἱ­­ῶν». (Παυσ. Β’, XIX,27,31,5).

[2] Με­τὰ τόν φὸ­νον το­ῦ Τη­μὲ­νου τό βα­σί­λει­ον πε­ρι­ῆλ­θεν εἰς τὰς χεὶρας το­ῦ Δη­ϊ­φόν­του καὶ τῆς Ὑρ­νη­θοῦς, βρα­δύ­τε­ρον δέ ὁ Δη­ϊ­φόν­της κα­τα­δι­ω­κό­με­νος ἀ­πὸ τοὺς υἱ­ούς το­ῦ Τη­μὲ­νου κα­τέ­φυ­γεν εἰς τήν Ἐ­πίδαυ­ρον, ὃ­που ὁ ἐ­κε­ῖ ἄρ­χων Πι­τυ­ρεὺς πα­ρὲδω­σε»…λέ­γου­σι ἀ­μα­χεί τήν γῆν Δη­ϊ­φόν­τη καὶ Ἀρ­γεὶοις». (Παυσ. B’ XXVI,2).

[3] «Κεῖ­σος καὶ οἱ λοι­ποί Τη­μέ­νου παῖ­δες μά­λι­στα ἤ­δε­σαν Δη­ϊ­φόν­την λυ­πή­σον­τες, εἰ δι­α­λῦ­σαὶ πὼς ἀπ᾽ αὐ­το­ῦ τήν Ὑρ­νη­θώ δυ­νη­θε­ῖ­εν. Ἀ­φὶ­κον­τα οὖν ἐς Ἐ­πίδαυ­ρον Κε­ρύ­νης καὶ Φάλ­κης∙ Ἀρ­γαί­ῳ γὰρ τῷ νε­ω­τὰ­τω τὰ ποι­ού­με­να οὐκ ἤ­ρε­σκεν. Οὗ­τοι δέ στή­σαν­τες τὸ ἅρ­μα ὑ­πό τὸ τεῖ­χος Κή­ρυ­κα ἀ­πο­στέλ­λου­σι πα­ρά τὴν ἀ­δελ­φὴν, ἐλ­θε­ῖν δῆ­θεν ἐς λό­γους αὐ­τῇ βου­λὸ­με­νοι. Ὡς δέ ὑ­πή­κου­σε κα­λοῦ­σιν, ἐν ταῦ­θα οἱ νε­α­νί­σκοι πολ­λὰ μὲν Δη­ϊ­φόν­του κα­τη­γὸ­ρουν, πολ­λὰ δέ αὐ­τὴν ἱ­κέ­τευ­ον ἐ­κε­ὶ­νην ἐ­πα­νεί­κειν ἐς Ἄρ­γος, ἀλ­λὰ τε ἐ­παγ­γε­λό­με­νοι καὶ ἀν­δρὶ δώ­σειν αὐ­τὴν Δη­ϊ­φόν­του τὰ πάν­τα ἀ­μεί­νο­νι καὶ ἀν­θρώ­πων πλει­ὸ­νων καὶ γῆς ἄρ­χον­τι εὐ­δαι­μο­νε­στέ­ρας. Ὑρ­νη­θώ δέ τοῖς λε­χθε­ῖσιν ἀλ­γὴ­σα­σα ἀ­πε­δὶδου σφὶσι τήν ἴ­σην, Δη­ϊ­φόν­την μὲν αὐ­τῇ τε ἄν­δρα ἀ­ρε­στόν εἶ­ναι φή­σα­σα καὶ Τη­μέ­νῳ γέ­νε­σθαι γαμ­βρόν οὐ μεμ­πτόν, ἐ­κεί­νοις δέ Τη­μέ­νου προ­σή­κειν σφα­γε­ῦσιν ὀ­νο­μά­ζε­ται μᾶλ­λον ἢ παι­σὶν∙ Καὶ τὴν μὲν οὐ­δὲν ἔ­τι ἀ­πο­κρι­νό­με­νοι συλ­λαμ­βά­νου­σι, ἀ­να­θέν­τες δέ ἐς τὸ ἅρ­μα ἀ­πή­λαυ­νον». (Παυσ. B’ XXVIII 4,5).

 

Πηγές


 

  • Άγγελος Χρ. Κλειώσης, «Αργείων Βασιλέων Μέλαθρον, Λυκαυγές – Λυκόφως», Αργειακά Γράμματα, 1976.
  • Γιάννης Λάμψας, «Λεξικό του Αρχαίου Κόσμου, Ελλάδα-Ρώμη», Εκδόσεις Δομή, Τόμος ‘Δ, Αθήνα, χ.χ.
  • Παπαχατζής Νικ., «Παυσανίου Ελλάδος περιήγησις, Κορινθιακά – Λακωνικά»,  Αθήνα, 2004.

 & argolikivivliothiki.gr - Φωτογραφία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου