Ιωάννης Πολέμης για την Θεσσαλονίκη που έσβηνε με του καιρού το διάβα


12/4/2025

Όταν η ποίηση εκφράζει την ψυχή του Έλληνα!

Η Σαλονίκη που έσβηνε με του καιρού το διάβα

-καντήλι που τρεμόφωτο για λάδι λαχταρά-

αποβραδίς κοιμήθηκε δυστυχισμένη, σκλάβα,

και την αυγούλα ξύπνησεν αρχόντισσα, κυρά.


Τι να ΄βλεπε στον ύπνο της, τι να ΄ταν τ΄ όνειρό της;

-Τον Άι-Δημήτρην έβλεπε στ΄ άτι του το γοργό,

που ροβολώντας  έκραζε με τη φωνή της νιότης:

"Άνοιξε πόρτα της σκλαβιάς, η Λευτεριά είμ΄ εγώ!"


Κι άνοιξ΄ η πόρτα ορθάνοιχτη μπροστά στον καβαλάρη

και μπήκ'  εκείνος κι έλαμψε σαν τον αυγερινό

κι υψώνοντας και παίζοντας τ΄ αστραφτερό κοντάρι

έδειξε με το δάχτυλο του Ολύμπου το βουνό.


Κι έστρεψ΄ εκεί τα μάτια της η σκλάβα η πονεμένη

κι αγνάντεψε αστραπόλαμπη του Ολύμπου την κορφή

κι είδε απ΄ τη ράχη στην πλαγιά γοργά να κατεβαίνει

η όμορφη, η πεντάμορφη του ήλιου η αδελφή.


Η κόμη της ανέμιζεν, ιτιά χρυσοκλωνάτη,

τα στήθη της χιονόλευκα, τα μάτια γαλανά,

στο χέρι της τη φλογερή γυμνή ρομφαία εκράτει,

κι ολόχρυσα αντιφέγγιζαν τ΄ απόμακρα βουνά.


Κατέβηκε και διάβηκε τη διάπλατη την πόρτα

η όμορφη, η πεντάμορφη του ήλιου η αδελφή,

κι όπου πατούσε ευώδιαζε και τ΄ άνανθα τα χόρτα

ρόδα και κρίνους άνθιζαν σε κάθε της στροφή.


Κι έπεσε η σκλάβα ταπεινά μπρος στην ωραία Παρθένα

γονατισμένη, αμίλητη, σκυμμένη, ντροπαλή.

Κι εκείνη την ανάγειρε με χέρια αντρειωμένα

και την εσφιχταγκάλιασε μ΄ ατέλειωτο φιλί.


Και τη στιγμή που σμίξανε για το φιλί τα χείλια.

έπεσαν, βροντοκόπησαν τα σίδερα βαριά,

οι αλυσίδες έσπασαν, στόματ΄ αγγέλων χίλια

αθώρητα τραγούδησαν το "Χαίρε Ελευθεριά!"


Κι η σκλάβα ξύπνησε μεμιάς! Πετιέται απ΄ το κρεβάτι,

τα ξαφνιασμένα μάτια της στα κάστρα της κολλά/

Όχι, δεν ήταν όνειρο, να τη η Παρθένα, να τη!

Όμορφη, γαλανόλευκη, με το σταυρό ψηλά.

Ιωάννης Πολέμης (1862-1924), από την "Διάπλαση των παίδων" & Φωτογραφία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου