«Πώς ένας πρωθυπουργός πούλησε το όνομα και το βάφτισε… ηγεσία»
Από Χανιά Παρών
Υπάρχουν πολιτικοί που προσπαθούν να ξαναγράψουν την
ιστορία. Και υπάρχουν και εκείνοι που τη λερώνουν. Ο Αλέξης Τσίπρας, στο βιβλίο
του «Ιθάκη», ανήκει ξεκάθαρα στη δεύτερη κατηγορία. Με ύφος ανθρώπου που
πιστεύει ότι έκανε κάποιο ιστορικό κατόρθωμα, περιγράφει την προδοσία των
Πρεσπών σαν να διηγείται το ανέκδοτο της παρέας. Λες και το όνομα «Μακεδονία»
ήταν μια χαλασμένη λάμπα που έπρεπε επιτέλους να αλλαχτεί.
Η πιο χαρακτηριστική φράση του βιβλίου δεν είναι καν δική
του· είναι εκείνη του βουλευτή που του είπε: «Δηλαδή, θα πέσει η Κυβέρνηση για
ένα κωλοόνομα;». Και ο Τσίπρας τη βάζει μέσα στο βιβλίο του με άνεση, σχεδόν με
περηφάνια. Γιατί; Γιατί αυτό ακριβώς πίστευε κι ο ίδιος. Ότι το έθνος, η
ιστορία, η ταυτότητα, όλα όσα κουβαλάμε σαν λαός, συμπυκνώνονται σε ένα
«κωλοόνομα». Αυτή ήταν η πολιτική φιλοσοφία του ανθρώπου που παρίστανε τον
πρωθυπουργό: τίποτα δεν έχει αξία μπροστά στην καρέκλα.
Και για να μην αδικήσουμε τον άνθρωπο, στο βιβλίο του μας το
λέει ο ίδιος. Δεν ήθελε απλώς να λύσει το θέμα. Ήθελε να κατοχυρώσει την
εξουσία του, να γίνει «ηγέτιδα δύναμη στα Βαλκάνια» — φράση που προφανώς
γράφτηκε χωρίς ίχνος αυτογνωσίας. Οι εσωτερικές πηγές που έχουν καταγράψει τα
χτυπητά ψέματα και τις αντιφάσεις των ετών 2015–2019 δείχνουν ξεκάθαρα ότι ο
Τσίπρας δεν είχε ούτε σχέδιο ούτε στρατηγική· μόνο την εμμονή να παραμείνει στη
θέση του.
Και το αποδεικνύει όταν περιγράφει πώς «μπάλωσε» την
κυβερνητική πλειοψηφία με μερεμέτια από όπου έβρισκε: δανεικούς βουλευτές,
περαστικούς σωτήρες, ανθρώπους που άλλαζαν κόμμα με ταχύτητα τηλεοπτικού
ζάπινγκ. Αντί για πολιτική νομιμοποίηση, επέλεξε την αριθμητική πατέντα. Το
ομολογεί χωρίς ντροπή: έπρεπε να βρει 151 ψήφους, και «τις βρήκε». Έτσι απλά.
Λες και ψήφιζε για τους σταθμούς του Μετρό, όχι για την παράδοση μιας ολόκληρης
ιστορικής κληρονομιάς.
Το πιο θλιβερό όμως δεν είναι αυτό. Είναι η άνεση με την
οποία ο Τσίπρας αφηγείται τον διάλογό του με τη Μέρκελ. Εκείνος, λέει, επέμενε
«να λύσει το Μακεδονικό», εκείνη τον απέτρεπε — όχι γιατί την ένοιαζε η Ελλάδα,
αλλά γιατί καταλάβαινε ότι μιλούσε με έναν άνθρωπο που ήθελε να σπρώξει μια
χώρα στο χείλος του διχασμού, μόνο και μόνο για να φωτογραφηθεί σαν «ηγέτης». Η
Μέρκελ, που δεν φημίζεται για τη συναισθηματική της ευαισθησία, εμφανίζεται στο
βιβλίο πιο συνετή από τον Έλληνα πρωθυπουργό. Αν αυτό δεν είναι από μόνο του
καταγγελία, τότε τι είναι;
Ο Τσίπρας δεν έκανε λάθος. Έκανε επιλογή. Και τώρα προσπαθεί
να τη μετατρέψει σε «πατριωτική πράξη». Όμως οι πηγές, τα ντοκουμέντα, οι
δηλώσεις και οι αντιφάσεις του —αυτά που έχει προσπαθήσει τόσα χρόνια να
κρύψει— δείχνουν μια άλλη εικόνα: ενός ανθρώπου που δεν δίστασε να διχάσει τον
λαό, να εκμεταλλευτεί τη γεωπολιτική συγκυρία, να χρησιμοποιήσει ξένους ηγέτες
ως άλλοθι και να κάψει μια εθνική υπόθεση για να σβήσει τη δική του πολιτική
φωτιά.
Κι αν κάτι μένει στο τέλος του βιβλίου, δεν είναι η «Ιθάκη» του. Είναι η Οδύσσειά μας. Γιατί εκείνος μπορεί να νομίζει ότι έφτασε στο λιμάνι του. Αλλά εμείς ακόμη πληρώνουμε το ταξίδι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου