Την έκαψαν οι σλάβοι την δασκάλα μας το 1904 και την δολοφόνησαν ξανά, Έλληνες, τον 21ο αιώνα!

Αικατερίνη Χατζηγεωργίου, η δασκάλα που έκαψαν οι σλάβοι το 1904
και δολοφονήθηκε ξανά τον 21ο αιώνα!

14η ημέρα του Οκτώβρη. 1904.

 Το χωριό ήταν αναστατωμένο. Οι σλάβοι είχαν φτάσει. Τα πρόσωπά τους, η βία πάνω τους έδειχνε το έργο που ήθελαν να ολοκληρώσουν με τα όπλα που κρατούσαν. Φωνασκώντας, βρίζοντας, τρομοκρατώντας έφτασαν στο σπιτάκι της Αικατερίνης. Είχε έρθει η ώρα να σβήσουν για πάντα την φωνή της, μια φωνή που ξεσήκωνε τους Έλληνες και τους έκανε να ζητούν την λευτεριά. Ουρλιάζοντας, της ζητούν να βγει, να παραδοθεί.

  Η Αικατερίνη κοιτάζει τους συναγωνιστές της, τους έξι Μακεδονομάχους που είναι έτοιμοι, μαζί της, να δώσουν τη ζωή τους για την πατρίδα. Μια Ελληνίδα δεν παραδίνεται ποτέ! Απαντά η Αικατερίνη με την πιο δυνατή φωνή της. Το όπλο στο χέρι, η καρδιά της ήρεμη. Μια Ελληνίδα δεν προσκυνά ποτέ! Συμπληρώνει και ρίχνει μια βολή εναντίον των κομιτατζήδων. Αυτοί οργίασαν, ήθελαν να δουν το αίμα της να βάφει τους δρόμους του χωριού, γιατί έτσι θα μάθαιναν οι κάτοικοι ότι έπρεπε να φοβούνται. Αφού, ένας-ένας οι Έλληνες σκοτώνονταν, χθες ο Παύλος Μελάς, σήμερα η δασκάλα, αύριο ένας άλλος, κανείς τους δεν θα έμενε ζωντανός, κι έτσι θα αφέντευαν εκείνοι στην Μακεδονία. Έτσι νομίζουν…

 Ρίχνουν σφαίρες, τρυπάνε τους τοίχους, πάνω από τρεις ώρες, οι κάτοικοι του χωριού κρατούν τις ανάσες τους, τι να κάνουν για να βοηθήσουν τα παλικάρια και την δασκάλα που είναι εγκλωβισμένοι στο σπιτάκι; Προσεύχονται και παρακαλούν, μα η λύτρωση δεν έρχεται. Αν είχαν όπλα, θα πολεμούσαν τους κομιτατζήδες, θα τους έτρεπαν σε φυγή. Δεν είχαν όμως. Μόνο από το σπιτάκι εκτοξεύονταν σφαίρες ενάντια στους σλάβους. Οι οποίοι ήταν αδύνατον να λυγίσουν τους λιγοστούς Έλληνες που είχαν ταμπουρωθεί στο σπιτάκι, κι αυτό τους μετέτρεπε σε τέρατα, όσο η ώρα κυλούσε. Άπαρτο κάστρο, το σπιτάκι της δασκάλας. Αγέρωχη η ψυχή της. Οι Έλληνες δεν προσκυνούν! Φώναξε χαρούμενη, ευτυχισμένη η Αικατερίνη. Και τότε ακούστηκε η φωνή ενός κομιτατζή. Λυσσασμένη.

 Καίγονται, όμως! Το πρόσωπο του σλάβου που ξεστόμισε την απειλή ήταν μια μάσκα κακίας και μίσους. Οι υπόλοιποι κομιτατζήδες συμφώνησαν μαζί του. Ήταν αδύνατον να καταλάβουν το σπιτάκι. Άρα, θα το έκαιγαν. Τρέχει ένας δικός του με αναμμένο πυρσό, φθάνει στο παράθυρο. Το σπάει και ρίχνει μέσα την φωτιά. Το σπιτάκι ξύλινο μέσα, παραδόθηκε στις φλόγες γρήγορα. Οι Μακεδονομάχοι όμως δεν έτρεξαν προς την εξώπορτα, δεν βγήκαν από το σπίτι για να σωθούν από τις φλόγες και να πέσουν στα χέρια των λυσσασμένων κομιτατζήδων. Λευτεριά ή Θάνατος! Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει! Οι Έλληνες ποτέ δεν προσκυνούν! Οι Μακεδονομάχοι φωνάζουν υπέρ της πατρίδος. Δεν φοβούνται τον θάνατο. Κοιτάζουν όμως την λεβέντισσα και της ζητούν να φύγει, να σωθεί αυτή, για να συνεχίσει να διδάσκει στους Μακεδόνες την σημασία της λεύτερης ελληνικής γης. Η Αικατερίνη τους κοιτάζει, πάντα χαμογελώντας ευτυχισμένη.

 Αυτό που είχα να τους δώσω σε γνώσεις, το έδωσα, παλικάρια μου! Δεν πρόκειται να λυγίσω τώρα! Η δασκάλα συνεχίζει, μαζί με τους άλλους, να πυροβολεί. Μέχρι να σωθούν οι σφαίρες ή να μας φάει η φωτιά! Οι φλόγες και οι καπνοί δεν θα αργούσαν να καταπιούν τα αδάμαστα κορμιά τους. Παλικάρια, εμείς για την αγάπη μας στην πατρίδα πεθαίνουμε σήμερα! Καμία ανώτερη τιμή δεν υπάρχει! Ακόμα κι αν κάποιοι Έλληνες λυγίσουν ή προσκυνήσουν, θα βρεθούν άλλοι Έλληνες να συνεχίσουν τον αγώνα. Γιατί το θέλει ο Θεός! Όταν δίκαζαν τον Γέρο προσκυνημένοι Έλληνες, αυτός ο λεβέντης είπε: Πείνασα, δίψασα, έμεινα ξάγρυπνος μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τα αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δε δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω. Αυτά πίστευε και ο Παύλος Μελάς και αναρίθμητοι άλλοι Μακεδονομάχοι! Έτσι κι εμείς, πεθαίνουμε για την πατρίδα. Η Μακεδονία είναι Ελλάδα και θα ελευθερωθεί, γιατί έβαλε ο Θεός την υπογραφή του και δεν την παίρνει πίσω!

 Οι φλόγες έκαψαν τα κορμιά τους, μα δεν άγγιξαν καν την ψυχή τους. Αυτή, περήφανη και λεύτερη υψώθηκε προς τους ουρανούς για να αγκαλιάσει ολόκληρη την πατρίδα.

 Το σπιτάκι κάηκε. Και γύρω στα αποκαΐδια πανηγυρίζουν οι σλάβοι. Όσα δεν πέτυχαν με τις σφαίρες τους, τα πέτυχαν με την πανουργία τους. Η δασκάλα που ξεσήκωνε τους Έλληνες με τα λόγια της ήταν νεκρή, καμένη, πεταμένη στις στάχτες του ίδιου της του σπιτιού. Η Αικατερίνη πια δεν θα πατούσε τα χώματα τα ιερά, μόνο θα τα έβλεπε από ψηλά. 


Η Αικατερίνη Χατζηγεωργίου δολοφονήθηκε ξανά τον 21ο αιώνα, από έναν Αλέξη και από έναν διάδοχό του, τον Κυριάκο:

Από εκεί ψηλά, μέσα στα παράξενα βασίλεια του χρόνου, είδε λοιπόν κάποιους Έλληνες να της καίνε, ξανά, το κορμί, με την βάρβαρη συμπεριφορά τους. Όμως, είδε να της μπήγουν, τούτη την φορά, και μαχαίρια στην καρδιά, και τότε τα μάτια της άρχισαν αντί για δάκρυα, αίμα να στάζουν. Κι ένα χέρι απλώθηκε κι άρπαξε το δικό της, αυτό της Βελίκας, σαν για να της δώσει κουράγιο για να βαστάξει τις 153 + 1 μαχαιριές.

 153 + 1 μαχαιριές βυθίστηκαν στο στήθος της νεαρής δασκάλας, θανατώνοντας την για άλλη μια φορά. Αβάσταχτος τέτοιος πόνος, από χέρι αδερφικό, θρήνος που όμοιός του δεν υπάρχει στα εγκόσμια πράγματα.

 153 βουλευτές + 1 πρόεδρος πρόδωσαν την Αικατερίνη Χατζηγεωργίου. Γι΄ αυτούς τους βουλευτές κι αυτόν το πρόεδρο, η νεαρή δασκάλα δεν ήταν παρά μια φασίστρια, μια εθνικίστρια, που της άξιζε να την μαχαιρώσουν, γιατί έθιγε τα συμφέροντά τους. Οι μικροί, οι ασήμαντοι, οι εφιάλτες.

Από εκεί, από τα παράξενα βασίλεια του χρόνου, οι δύο δασκάλες σφιχταγκαλιασμένες, φώναξαν με πάθος στους Έλληνες τα λόγια του Γερμανού Καραβαγγέλη:

 Το ψεύδος αποκτά εν Αγγλία οπαδούς αθώους, η δολιότης θριαμβεύει εν Παρισίοις, η αλήθεια οικτρώς σφαγιάζεται εν Βιέννη, ο Πανσλαυισμός σιωπηλώς εκ Πετρουπόλεως γαυριά και η βουλγαρική ιδέα κατακτά πανταχού ισχυρούς προσηλύτους υπέρ αλλοτρίων δικαίων.

 Ποιοι Έλληνες, σήμερα, ακούν αυτές τις διδαχές; Πόσοι έμαθαν να ζουν με βάση την ιερή τους ιστορία; Ένα είναι βέβαιο: οι 153 της κυβέρνησης και της βουλής, μαζί με τον πρόεδρο της ελληνικής δημοκρατίας, πρόδωσαν την Μακεδονία, πρόδωσαν την Ελλάδα, και καθόλου δεν τους απασχόλησε η ιερή ιστορία του έθνους. Αδίστακτα μαχαίρωσαν τις δυο δασκάλες, τις θανάτωσαν ξανά, γιατί είναι, αυτοί οι ίδιοι, πνιγμένοι στα ψέματα, στις δολιότητες και στις δολοπλοκίες που εξυπηρετούν ξένα συμφέροντα καθώς και εκείνα της προσωπικής τους εξουσίας και τσέπης. 

Απόσπασμα από το βιβλίο: 153-+1 μαχαιριές στην καρδιά της Μακεδονίας, στην ψυχή της Ελλάδος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου