Φλάμπουρο, 1905.
Λίγο πιο κάτω από τη Βεύη, στο άνοιγμα του κάμπου, αριστερά μέσα στη χαράδρα βρίσκεται το Φλάμπουρο. Τότε ήταν ένα μικρό χωριουδάκι που
οι άνθρωποί του άφηναν συχνά τα σπίτια τους ψάχνοντας για πολλές μέρες δουλειά.Ελληνοχώρι το Φλάμπουρο, απ΄ τα καλύτερα, στάθηκε αλύγιστο σε όλα τα χρόνια του αγώνα. Η βουλγαρική προπαγάνδα δεν μπόρεσε ούτε να περάσει από μέσα του. Και το σχίσμα πηγαινοερχόταν ντροπιασμένο.
Ο Ιούνιος είχε φτάσει στην ένατη μέρα του. Ο Κώστας Νικολάου με τον Μήτσο Πέτρου και ο Θανάσης Λάζου με τον Κώστα Βασιλείου, νύχτα ακόμα είχαν ξεκινήσει. Με τα μεγάλα πριόνια διπλωμένα στους τουρβάδες και τα τσεκούρια στο χέρι, πέρασαν τον κάμπο και έφτασαν στη Σέτινα. Πριονιστάδες καλοί, όλοι τους, πάλευαν όλη μέρα με τα πελώρια κορμιά της οξυάς του Καϋμάκ Ξυλάν, τάσχιζαν, όπως τους άρεσε κι έβγαζαν απ΄ αυτά ότι χρήσιμο ξύλο ταίριαζε για πατώματα, παράθυρα ή πόρτες.
Το σπίτι που τους κάλεσε στη δουλειά, τους περίμενε και τάχε ετοιμάσει όλα. Ως και πίτα θα τους έφτιαχνε η νύφη, ζεστή - ζεστή για το μεσημέρι. Τα απελέκυτα μεγάλα κορμιά της οξυάς βρίσκονταν ξαπλωμένα με τάξη έξω απ΄ το χωριό, λίγα μέτρα δώθε απ΄ το δάσος. Κάθισαν λίγο να ξαποστάσουν, έριξαν μερικές μπουκιές στα στομάχια τους και ρίχτηκαν με όρεξη στη δουλειά. Όπως υπολόγιζαν, είχαν γεμάτες πέντε μέρες δουλειά. Στο αναμεταξύ μπορεί να τους φώναζαν και σ΄ άλλο σπίτι.
Αυτές τις μέρες η συμμορία του βοϊβόδα Τάνεφ έφτασε ως τα κάτω καλύβια του Φαρμάκη. Έμαθε για τους πριονιστάδες πως ήσαν βέρα γκαρκομάνηδες, απ΄ τους πιο φανατικούς και τόβαλε σε σκοπό να τους καθαρίσει.
Αμέριμνοι οι δουλευτάδες, λίγο πριν σχολάσουν, αντίκρυσαν δύο κομιτατζήδες. Και σαν τελείωσαν κι ετοιμάστηκαν για το χωριό, άλλους πέντε μαζί με τον βοϊβόδα. Άγριοι και συννεφιασμένοι όλοι τους στις φάτσες, φανέρωναν την αγριάδα τους. Ο τρόπος και οι κινήσεις τους, πρόδιναν το σχέδιο τους. Πιάσανε την κουβέντα ως που να βραδιάσει. Το σκοτάδι τούς παραστέκονταν πάντοτε σύντροφος στα εγκληματικά τους σχέδια και σκέπαζε τις απαίσιες γκριμάτσες των προσώπων τους την ώρα του εγκλήματος.
Ξεκίνησαν όλοι μαζί για το χωριό. Ο δρόμος για την Σέτινα ήταν τώρα κατηφορικός. Τέσσερις κομιτατζήδες με τα μαρτίνια τους γεμάτα, με ανοιχτή τη σκανδάλη, παρακολουθούσαν, δήθεν αμέριμνα, συζητώντας, ο καθένας τους και έναν πριονιστή. Κι εκεί στη στροφή, κοντά στη χαράδρα, εκτελέστηκε στην εντέλεια το σχέδιο τους. Τέσσερις σφαίρες, σχεδόν ταυτόχρονα, ξάπλωσαν καταμεσίς του δρόμου, τα κουρασμένα κορμιά των πριονιστάδων.
Δυο απ΄ τους κομιτατζήδες έσυραν τα άψυχα κορμιά ως την άκρη του δρόμου και κάθισαν στη μεγάλη πέτρα να καπνίσουν. Οι άλλοι φτάσανε στο χωριό και ο ένας αφού πήρε δυο γερά μουλάρια γύρισε στο μέρος του εγκλήματος,. Φόρτωσε μαζί με τους άλλους δυο τα πτώματα πάνω στα ζώα και γύρισαν στο τελευταίο σπίτι της Σέτινας όπου οι υπόλοιποι είχαν ετοιμάσει το φούρνο.
Έτσι τα ίχνη του εγκλήματος χάθηκαν στις φλόγες.
Πηγή: "Θυσίες και Αγώνες στη Μακεδονία", του Ιερέως Μακεδονομάχου Πέτρου Στ. Παπαναστασίου
Διαβάστε επίσης:
-Ο κομιτατζής ντυμένος τούρκος σκοτώνει πισώπλατα τον Έλληνα που του έψηνε καφέ
-Φλώρινα, 1904: Το φρικτό τέλος του μπαρμπα-Γραμματικού και της γυναίκας του από τους κομιτατζήδες
-Μοναστήρι, 1904: Οι κομιτατζήδες δολοφόνησαν άγρια δύο Έλληνες μαθητές
-Νίκος Ρώμας, τον πυροβόλησε στο κεφάλι ο εξαγορασμένος από τους κομιτατζήδες ανεψιός του
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου